Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016

Η γενεαλογία του Οίκου των Μολοσσών

Πηγή: http://zsgiannina.gr/η-γενεαλογία-του-οίκου-των-μολοσσών/


http://zsgiannina.gr/η-γενεαλογία-του-οίκου-των-μολοσσών/
Συνέχεια Εδώ

Μάχη της Ηράκλειας

Πηγή:https://el.wikipedia.org/wiki/Μάχη_της_Ηράκλειας_(280_π.Χ.)


Η μάχη της Ηράκλειας πραγματοποιήθηκε το 280 π.Χ. ανάμεσα στην Ήπειρο και τη Ρώμη, στην Ηράκλεια της Ιταλίας, κατά τους πολέμους του Πύρρου εκεί.


Ο Τάραντας ήταν ελληνική αποικία που ίδρυσαν οι Σπαρτιάτες. Με τα χρόνια άρχισε να γίνεται ισχυρή και πλούσια πόλη που ήρθε σε ρήξη με τις γειτονικές ιταλικές πόλεις. Κατά τον 4ο αιώνα π.Χ., ο Τάραντας άρχισε να παρακμάζει ενώ είχε αρχίσει να ανατέλλει η δύναμη της Ρώμης. Οι Ρωμαίοι πρσέβλεπαν στην επέκταση τους σε όλη την Ιταλία, γι' αυτό ήρθαν σε σύγκρουση με τους Έλληνες της Κάτω Ιταλίας. Στην αρχή ο Τάραντας, βλέποντας τη δύναμη της Ρώμης, ήθελε να αποφύγει τον πόλεμο. Έτσι το 303 π.Χ. οι Ταραντινοί συνομολόγησαν συνθήκη ειρήνης με τους Ρωμαίους. Το 282 π.Χ. οι Ρωμαίοι βοήθησαν μια ελληνική αποικία, τους Θούριους να αμυνθεί εναντίον των γειτονικών ιταλικών φυλών που την πολιορκούσαν και εγκατέστησαν φρουρά στην πόλη. Το παράδειγμα των Θουρίων ακολούθησαν κι άλλες ελληνικές πόλεις όπως ο Κρότων και το Ρήγιο, προκαλώντας έντονη δυσαρέσκεια στους Ταραντίνους δημοκρατικούς, οι οποίοι έβλεπαν να χάνεται η επιρροή τους στην Κάτω Ιταλία.
Το φθινόπωρο του 282 π.Χ. οι Ρωμαίοι παραβίασαν την ειρήνη με τους Ταραντίνους, πλέοντας με πολεμικά πλοία στα ανοικτά του Τάραντα. Ακολούθησε σύρραξη, με τους Ταραντίνους να βυθίζουν τέσσερα πλοία και να καταλαμβάνουν άλλο ένα. Δεν τελείωσαν εκεί όμως τις εχθροπραξίες. Επιτέθηκαν και κατά των Θουρίων και τους κατέλαβαν, εξορίζοντας τους αριστοκρατικούς της πόλης.
Οι Ρωμαίοι τον ίδιο χρόνο (282 π.Χ.) έστειλαν πρεσβεία στον Τάραντα με μετριοπαθείς όρους. Ζητούσαν την επιστροφή των Θουρίων εξορίστων, την απελευθέρωση των αιχμαλώτων και την προστασία των συμφερόντων των άλλων ελληνικών πόλεων που είχαν γίνει φίλοι τους. Οι Ταραντίνοι όμως τους προσέβαλαν και οι πρέσβεις άπρακτοι γύρισαν πίσω στη Ρώμη. ΗΡωμαϊκή Σύγκλητος, βλέποντας ότι δεν μπορούσε να επιτευχθεί ειρήνη ψήφισε, πόλεμο. Αρχηγός ορίστηκε ο Λεύκιος Αιμίλιος Βάρβουλας.
Μαθαίνοντας τα νέα οι Ταραντίνοι διχάστηκαν. Δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μόνοι τους τους Ρωμαίους κι έτσι ζήτησαν τη βοήθεια του Πύρρου, του βασιλιά της Ηπείρου, ο οποίος δέχτηκε. Ο τελευταίος προερχόταν από τη δυναστεία των Μολοσσών και είχε επεκτείνει το κράτος του σημαντικά. Η δεύτερη πρεσβεία προς τον Πύρρο συμπεριλάμβανε, εκτός από τους Ταραντίνους, πρέσβεις των Ηρακλεωτών, Μεταποντίων και Θουρίων, καθώς και Σαυνίτες και Λευκανούς. Όλοι αυτοί υποσχέθηκαν στον Πύρρο ότι θα συγκέντρωναν 350.000 πεζούς και 20.000 ιππείς. Επειδή όμως ο Πύρρος ήξερε πως δεν μπορούσε να βασιστεί στις υποσχέσεις που έδιναν οι σύμμαχοί τους σε κατάσταση ανάγκης, ζήτησε στρατιωτική βοήθεια από τους δικούς του συμμάχους των ελληνιστικών βασιλείων της Αιγύπτου και της Μακεδονίας.
Όταν ο Αιμίλιος Βάρβουλας έμαθε για αυτή τη συμμαχία, εισέβαλλε στη χώρα του Τάραντα, κατέλαβε μερικά φρούρια, νίκησε τους αντιπάλους του και λεηλατούσε την ύπαιθρο της πόλης. Η ήττα των δημοκρατικών του Τάραντα έκανε την αριστοκρατική παράταξη να αναθαρρήσει και να πετύχει την έναρξη διαπραγματεύσεων με τους Ρωμαίους οι οποίοι είχαν και πάλι φερθεί με μετριοπάθεια. Ο Πύρρος έπρεπε να αντιδράσει γρήγορα σε αυτές τις κινήσεις των Ρωμαίων. Γι' αυτό έστειλε τον σύμβουλό του και φιλόσοφο Κινέα στον Τάραντα, αργότερα και τον στρατηγό Μίλωνα και 3.000 στρατιώτες οι οποίοι κατέλαβαν την ακρόπολη. Έτσι οι διαπραγματεύσεις διακόπηκαν και ματαιώθηκε οριστικά το ενδεχόμενο νέας μεταστροφής των Ταραντίνων. Τότε οι Ρωμαίοι, έχοντας ανεπαρκείς δυνάμεις για την κατάληψη του Τάραντα, έφυγαν. Το 280 π.Χ., ο Πύρρος αναχώρησε για την Ιταλία με 20.000 πεζούς, 3.000 ιππείς, 2.000 τοξότες, 500 σφενδονήτες και 20 πολεμικούς ελέφαντες. Μόλις έφτασε στην Ιταλία οι Ταραντίνοι τον δέχτηκαν με ενθουσιασμό, αλλά δεν ήταν πρόθυμοι να πολεμήσουν. Έτσι τους συστράτευσε με τη βία. Εν τω μεταξύ, οι Ρωμαίοι όρισαν στρατηγό τον Πόπλιο Βαλέριο Λαιβίνο.

Η μάχη

Ο Πύρρος εγκατέστησε το στρατόπεδό του ανάμεσα στην Πανδοσία και την Ηράκλεια. Οι Ρωμαίοι εγκατέστησαν το στρατόπεδό τους στην όχθη του Σίριου ποταμού. Ο Πόπλιος Βαλέριος Λαιβίνος είχε συγκεντρώσει 29.000 πεζούς και 6.000 ιππείς. Στην αρχή ο Πύρρος ήταν διστακτικός, επειδή ανέμενε τους συμμάχους του και είδε την εξαιρετική οργάνωση των Ρωμαίων. Η μάχη άρχισε με τους Ρωμαίους να θέλουν να διαβούν τον ποταμό Σίριο. Δεν τα κατάφεραν όμως γιατί ο Πύρρος τους αντιμετώπισε και τους απώθησε στη δεξιά όχθη του ποταμού. Ύστερα οι Ρωμαίοι ιππείς κατάφεραν να δημιουργήσουν σύγχυση στις τάξεις του Πυρρου, με την προέλαση τους στον ποταμό. Ο Πύρρος, βλέποντας την εξέλιξη της μάχης, πήρε 3.000 ιππείς και επιτέθηκε στους Ρωμαίους, ενώ διέβαιναν το ποτάμι. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο [Πύρρος σκότωνε όποιο Ρωμαίο έβρισκε μπροστά του. Σε κάποια στιγμή, ένας Ρωμαίος διοικητής ονόματι Φρεντάνος επιτέθηκε στον Πύρρο και έριξε κάτω το άλογό του. Ένας Μακεδόνας αξιωματικός, ο Λεοννάτος, χτύπησε τότε με τη σειρά του το άλογο του Φρεντάνου. Τελικά ο Πύρρος συνήλθε από την πτώση του και ο Φρεντάνος σκοτώθηκε. Στη συνέχεια ο Πύρρος έριξε στη μάχη και τη φάλαγγά του και η σύγκρουση γενικεύτηκε. Μάλιστα έδωσε την πανοπλία του στον Μεγακλή, ένα από τους στρατιώτες του, για να μη δίνει ο ίδιος στόχο στους Ρωμαίους. Η μάχη ήταν αμφίρροπη και ο Μεγακλής, ο στρατιώτης με την πανοπλία του Πύρρου, έπεσε κάτω και διαδόθηκε ότι ο έπεσε ο Πύρρος. Έτσι ο τελευταίος αναγκάστηκε να εμφανιστεί με το άλογό του. Ακόμη, έστειλε τους 20 ελέφαντές του, οι οποίοι ήταν πρωτόγνωροι για τους Ρωμαίους και με την επίθεσή τους του χάρισαν τη νίκη.

Μετά τη μάχη

Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς υπολογίζει ότι οι Ρωμαίοι έχασαν γύρω στους 15.000 νεκρούς και ο Πύρρος περί τους 13.000 στρατιώτες. Ο Ιερώνυμος ο Καρδιανός όμως υπολογίζει τις απώλειες στους 7.000 άνδρες για τους Ρωμαίους και στους 4.000 άνδρες για τον Πύρρο. Αυτή η πύρρειος νίκη του Πύρρου, όπως ονομάστηκαν από τότε και στο εξής οι μάχες όπου ο νικητής είχε υπέρμετρα μεγάλες απώλειες, απετέλεσε την πρώτη νίκη του επί ιταλικού εδάφους. Θα ακολουθήσουν οι μάχες στο Άσκλον και στο Μπενεβέντο.

Πηγές

  • ΠλούταρχοςΒίοι Παράλληλοι, Πύρρος-Μάριος
  • Στρατιωτική Ιστορία, εκδόσεις Περισκόπιο, τεύχος 165, Μάιος 2010
  • Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τ. Δ', σ. 350-358

Μεγασθένης ο "Πατέρας της Ινδικής Ιστορίας"




Ο Μεγασθένης ο Ίων, (περ. 350 - 290 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας γεωγράφος - εθνογράφος, διπλωμάτης και ιστορικός. Υπήρξε πρέσβης του Σέλευκου Α΄ του Νικάτορος για περισσότερα από 10 χρόνια στα ανάκτορα του Τσαντραγκούπτα Μαουρύα (Ελληνικά: Σανδροκόττος ή Σανδράκοττος) στην Παταλιπούτρα, και κατά τους Έλληνες Παλίμβαθρα, (σημερινή Πάτνα) των Ινδιών.
Το βιβλίο του «Ινδικά» αποτελεί την πρώτη ιστορική πηγή που έχουμε για την Ινδία, και γι’ αυτό δίκαια έχει χαρακτηρισθεί ως ο "Πατέρας της Ινδικής Ιστορίας". Επίσης έχει καταγραφεί ως ο πρώτος ξένος Πρέσβης στα χρονικά της Ινδίας. Η παραμονή του στην Ινδία θα πρέπει να έγινε πριν από το θάνατο του Τσαντραγκούπτα το 288 π.Χ., οπότε και επέστρεψε στην Αραχωσία.
Ο Μεγασθένης στα «Ινδικά» του φέρεται κατά τους ερευνητές να επηρεάστηκε από τα έργα του Σκύλακα, Ηρόδοτου, Κτησία και Εκαταίου, ενώ με τη σειρά του επηρέασε μεταγενέστερους ιστορικούς όπως τον Στράβωνα και τον Αρριανό. Η περιγραφή του για την Ινδία περιλαμβάνει πολλούς "μύθους" αλλά και σημαντικά γεωγραφικά και εθνολογικά στοιχεία. Στην αρχή του βιβλίου του αναφέρεται στους ηλικιωμένους Ινδούς που γνωρίζουν για την προϊστορική άφιξη του Διόνυσου και του Ηρακλή στην Ινδία. Μια ιστορία ιδιαίτερα δημοφιλή κατά τους Αλεξανδρινούς χρόνους. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι και οι παρατηρήσεις του για τις θρησκείες των Ινδών, όπου αναφέρεται στους λάτρεις του Ηρακλή (Σίβα) και Διόνυσου (Κρίσνα ή Ίντρα) ενώ δεν αναφέρεται καθόλου στο Βουδισμό που αποδεικνύει ότι η θρησκεία αυτή δεν ήταν ευρέως γνωστή πριν από την ανάληψη της ηγεμονίας από τον Ασόκα.[1]
Τα διασωθέντα αποσπάσματα από τα «Ινδικά» του Μεγασθένη, συνέλεξαν, μετέφρασαν και εξέδωσαν ο E. A. Schwanbeck το 1846 και ο J. W. McCrindle το 1877. Μερικές σημαντικές εργασίες έχουν γίνει και από σύγχρονους λόγιους αλλά δεν έχει υπάρξει μέχρι σήμερα καμία εκμετάλλευση του πρωτοπόρου ιστορικού και διπλωματικού έργου του από την Ελληνική πολιτεία.

Παραπομπές

  1. Άλμα πάνω
     Vassiliades, Demetrios, "Greeks and Buddhism Historical Contacts in the Development of a Universal religion"The Eastern Buddhist, Vol. XXXVI, No. 1 & 2, Otani University, Kyoto 2005.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Dahlaquist, Allan (1996). Megasthenes and Indian Religion- Volume 11 of History and Culture SeriesMotilal Banarsidass Publ., σελ. 386. ISBN 8120813235.
  • Vassiliades, Demetrios (2000). The Greeks in India: A Survey in Philosophical Understanding. New Delhi: Munshiram Manoharlal Publishers Pvt. Ltd.. ISBN ISBN 81-215-0921-1.
Megasthenes (1846), E. A. Schwanbeck, επιμ., Indica, Sumptibus Pleimesii, bibliopolae (Original Oxford University)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

  • Fragments from Megasthenes: Indika ("From: Ancient India as Described by Megasthenes and Arrian. Translated and edited by J. W. McCrindle. Calcutta and Bombay: Thacker, Spink, 1877, 30-174.")
  • Ancient India as described by Arrian based on accounts by Megasthenes

Λάνασσα (κόρη Αγαθοκλή)

Πηγή:https://el.wikipedia.org/wiki/Λάνασσα_(κόρη_Αγαθοκλή)

Harry Gouvas Φωτό: Χαράλαμπος Γκούβας
Αργυρό Νόμισματου του Κοινού των Ηπειρωτών(Απειρωταν)


Η Λάνασσα (3ος αιώνας π.Χ.) ήταν Ελληνίδα πριγκίπισσα της ελληνιστικής περιόδου, κόρη του Αγαθοκλή, τυράννου των Συρακουσών.[1][2] Υπήρξε με τη σειρά βασίλισσα της Ηπείρου, ως σύζυγος του περιβόητου βασιλιά Πύρρου (318 – 272 π.Χ.), και κατόπιν βασίλισσα της Μακεδονίας, ως σύζυγος του Δημητρίου του Πολιορκητή (337 – 283 π.Χ.)
Το 295 π.Χ. απεβίωσε η πρώτη σύζυγος του Πύρρου, Αντιγόνη. Λίγο καιρό αργότερα ο Πύρρος και Αγαθοκλής ήρθαν σε συμφωνία για την τέλεση γάμου ανάμεσα στο νεαρό βασιλιά της Ηπείρου και τη Λάνασσα. Ο πατέρας της προσέφερε στο γαμπρό του ως προίκα το νησί της Κέρκυρας, το οποίο είχε κατακτήσει ο ίδιος το 300 π.Χ.[1] Το ζευγάρι απέκτησε ένα γιο, ο οποίος έλαβε το όνομα Αλέξανδρος.[1] Στην εκδοχή αυτή συμφωνούν οι ιστορικοί Πλούταρχος και Διόδωρος, ενώ ο Ιουστίνος θεωρεί γιο της Λάνασσας τον πρίγκιπα Έλενο.[3] Η ένωση του Πύρρου με τη Λάνασσα στάθηκε ιδιαίτερα σημαντική για τη μελλοντική πορεία του Ηπειρώτη μονάρχη, καθώς όταν χρόνια αργότερα πραγματοποίησε τη φιλόδοξη εκστρατεία του στην Ιταλία, οι σικελικές πόλεις προσέβλεπαν σε εκείνον εξαιτίας των συγγενικών του δεσμών με την οικογένεια του Αγαθοκλή.[4]
Για πολιτικούς λόγους, ο Πύρρος παντρεύτηκε τα επόμενα χρόνια δύο ακόμη γυναίκες, μια κόρη του Αυτολέοντα, βασιλιά των Παιόνων και τη Βιρκέννα, κόρη του Βαρδύλλιος, ηγεμόνα των Ιλλυριών.[1] Η Λάνασσα δυσαρεστήθηκε με το γεγονός, θεωρώντας ότι ο σύζυγός της έδινε περισσότερη σημασία στις άλλες γυναίκες του που ήταν βαρβαρικής καταγωγής. Έτσι το 290 π.Χ. εγκατέλειψε τον Πύρρο με προορισμό την Κέρκυρα, όπου αποφάσισε να πάρει την εκδίκησή της. Προσκάλεσε στο νησί το βασιλιά της ΜακεδονίαςΔημήτριο τον Πολιορκητή, ο οποίος βρισκόταν σε συνεχή πόλεμο με τον Πύρρο, και τον έπεισε να την παντρευτεί. Ο Δημήτριος ήταν πρόθυμος κι έτσι πέρασε η Κέρκυρα στον έλεγχό του.[5]
Τα επόμενα δύο χρόνια, όταν οι Διάδοχοι είχαν συνασπιστεί ενάντια στο Δημήτριο επικοινώνησαν με τον Πύρρο προκειμένου να ενώσει τα όπλα του στον κοινό σκοπό. Ανάμεσα στα επιχειρήματά τους ήταν και η προοπτική της εκδίκησης για το ζήτημα της Λάνασσας και της απώλειας της Κέρκυρας.[5] Τελικά ο Πύρρος ανέκτησε τον έλεγχο του νησιού το 281 π.Χ. με τη βοήθεια στρατιωτών από τον Τάραντα,[6] ωστόσο στις αρχαίες πηγές δεν γίνεται κάποια αναφορά σχετικά με την τύχη της Λάνασσας.

Έτος Γεγονός
Γέννηση της Λάνασσας, κόρης του Αγαθοκλή, τυράννου των Συρακουσών.
295 π.Χ. Η Λάνασσα νυμφέυεται το βασιλιά Πύρρο της Ηπείρου. Η Κέρκυρα αποδίδεται ως προίκα στο σύζυγό της.
Γέννηση του γιου τους, Αλεξάνδρου.
Για πολιτικούς λόγους, ο Πύρρος παντρεύεται δύο ακόμη γυναίκες, μια κόρη του Αυτολέοντα, βασιλιά των Παιόνων και τη Βιρκέννα, κόρη τουΒαρδύλλιος, ηγεμόνα των Ιλλυριών.
290 π.Χ. Η Λάνασσα έρχεται σε ρήξη με τον Πύρρο και αναχωρεί για την Κέρκυρα.
Γάμος της Λάνασσας με τον Δημήτριο τον Πολιορκητή.
288 π.Χ. Ο Δημήτριος χάνει το θρόνο της Μακεδονίας, ωστόσο εξακολουθεί να έχει υποστηρικτές στον ελλαδικό χώρο.
282 π.Χ. Ο Δημήτριος πεθαίνει στη Μικρά Ασία μετά από μακροχρόνια αιχμαλωσία.
281 π.Χ. Ο Πύρρος ανακτά τον έλεγχο της Κέρκυρας με τη βοήθεια του Τάραντα.
272 π.Χ. Ο Πύρρος βρίσκει το θάνατο στο Άργος. Στο θρόνο της Ηπείρου τον διαδέχεται ο γιος του από τη Λάνασσα, Αλέξανδρος Β'.

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016

Μάχη της Ιψού



Η μάχη της Ιψού (301 π.Χ.) ήταν μια μάχη της εποχής των Διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου, η οποία δόθηκε στην περιοχή της Φρυγίας. Σε αυτή τη μάχη πολέμησαν, από τη μια πλευρά ο Σέλευκος Α' Νικάτωρ, βασιλιάς του ασιατικού τμήματος της πρώην Περσικής Αυτοκρατορίας, με το γιό του Αντίοχο, ο Λυσίμαχος, βασιλιάς της Θράκης, και ο Κάσσανδρος, βασιλιάς της Μακεδονίας, με αντιπάλους τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο και τον γιό του Δημήτριο τον Πολιορκητή.

Προοίμιο

Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου (323 π.Χ.), άρχισε το μοίρασμα της αυτοκρατορίας του σε βασίλεια.[1] Το πρώτο μοίρασμα των εδαφών έγινε το 321 π.Χ. στο Τριπαράδεισο της Συρίας αλλά αμέσως μετά άρχισαν οι διαμάχες. Στην αρχή ο Ευμένης νίκησε τους Κρατερό και Νεοπτόλεμο στην Καππαδοκία. Αργότερα, το 317 π.Χ., ο Αντίγονος ο Μονόφθαλμος ήρθε σε σύγκρουση με τον Ευμένη και τον νίκησε στην περιοχής της Παραιτακηνής και Γαβιηνής. Στη συνέχεια, οι Σέλευκος και Πτολεμαίος Α΄ Σωτήρ νίκησαν τον Δημήτριο Πολιορκητή στη μάχη της Γάζας (312 π.Χ.). Το 305 π.Χ. ο Δημήτριος ο Πολιορκητής πολιόρκησε τη Ρόδο επί ένα χρόνο χωρίς να καταφέρει να την κυριεύσει.

Η μάχη

Η αφορμή αυτής της μάχης ήταν η επέκταση του βασιλείου του Σελεύκου αλλά και των συμμάχων του. Αντίθετα, ο Αντίγονος ο Μονόφθαλμος ήθελε να ανασυστήσει την αυτοκρατορία του Μ. Αλεξάνδρου με βασιλέα τον ίδιο. Έτσι οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στην Ιψό της Φρυγίας. Η στρατιά του Αντιγόνου και του γιου του Δημητρίου αριθμούσε 70.000 πεζούς, 10.000 ιππείς και 75 πολεμικούς ελέφαντες. Η αντίπαλη στρατιά διέθετε 64.000 πεζούς, 10.500 ιππείς, 400 ελέφαντες και 120 άρματα. Ο Δημήτριος ανέλαβε το ιππικό, ενώ το πεζικό ανέλαβε ο πατέρας του. Στην αντίπαλη παράταξη, ο Αντίοχος, ο γιος του Σελεύκου, ανέλαβε το ιππικό ενώ ο Σέλευκος και ο Λυσίμαχος το πεζικό.
Η μάχη ξεκίνησε με νίκη του Δημήτριου εναντίον του Αντίοχου του Σελεύκου στο ιππικό, αλλά αυτό ήταν ένα τέχνασμα του Αντίοχου για να τον παρασύρει. Το τέχνασμα ήταν επιτυχές. Το ιππικό του Δημήτριου απομακρύνθηκε από το πεζικό και ο Σέλευκος βρήκε την ευκαιρία να κυκλώσει τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο. Ο Δημήτριος προσπάθησε να βοηθήσει τον πατέρα του, αλλά ο Σέλευκος σταμάτησε τον Δημήτριο με ελέφαντες και το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο. Ο Αντίγονος ο Μονόφθαλμος σκοτώθηκε και οι αντίπαλοί του τον έθαψαν μεγαλόπρεπα. Έτσι τελείωσε η μάχη της Ιψού.

Μετά τη μάχη

Μετά τη μάχη οι σύμμαχου του Σελεύκου μοιράστηκαν τα εδάφη του βασιλείου του Αντιγόνου. Οι σύμμαχοι στη μάχη της Ιψού, Λυσίμαχος και Σέλευκος χωρίς κανένα αντίπαλο πια, θα έρθουν οι ίδιοι σε σύγκρουση στη μάχη του Κουροπεδίου το 281 π.Χ.

Παραπομπές

Άλμα πάνω
 «Kingdoms of the Successors of Alexander: After the Battle of Ipsus, B.C. 301»World Digital Library. 1800-1884. Ανακτήθηκε στις 2013-07-27.

Πηγές

  • Οι Μεγαλύτερες Μάχες του Αρχαίου Ελληνικού Κόσμου, εκδόσεις Τάλως, σελ. 350 - 358

  • Η μάχη της Ιψού (Αγγλικά)

Μάχη του Κουροπεδίου

Πηγή:https://el.wikipedia.org/wiki/Μάχη_του_Κουροπεδίου




Η μάχη στο Κούρου πεδίον (281 π.Χ.) ήταν η τελική σύγκρουση μεταξύ δύο από τους Διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου, του Σελεύκου Α' και του Λυσίμαχου.
Μετά τη Μάχη της Ιψού το 301 π.Χ., ο Σέλευκος με τον Λυσίμαχο και τους υπόλοιπους Διαδόχους μοιράστηκαν το κράτος του Αντίγονου Α'. Ο Λυσίμαχος, μετά και από τη νίκη του επί του γιου του Αντίγονου, Δημητρίου Πολιορκητή, κατέλαβε το μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας και έγινε ο ισχυρότερος από τους Διαδόχους. Όμως, οι σχέσεις του με τον Σέλευκο δεν ήταν καλές και, μετά την οριστική ήττα του Δημητρίου, έπαψε να υπάρχει κάθε λόγος συμμαχίας μεταξύ τους.
Το 281 π.Χ., ήταν σε εξέλιξη ενδοδυναστική διαμάχη στο κράτος του Λυσιμάχου. Ανώτατοι αξιωματικοί του στασίασαν και πολλές μικρασιατικές πόλεις επαναστάτησαν εναντίον του. Ο Σέλευκος δεν έχασε την ευκαιρία. Εισέβαλλε στην επικράτεια του Λυσιμάχου και, χωρίς να συναντήσει σοβαρή αντίσταση, έφτασε μέχρι τις Σάρδεις της Λυδίας, των οποίων η φρουρά παραδόθηκε. Εν τω μεταξύ, έφτασε στη Λυδία και ο Λυσίμαχος με το στρατό του. Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στο Κούρου πεδίον, την πεδιάδα που βρισκόταν προς βορρά της πόλης Μαγνησία, κοντά στο όρος Σίπυλο. Νικητής βγήκε ο Σέλευκος και ο Λυσίμαχος σκοτώθηκε και ο στρατός του παραδόθηκε.
Η μάχη αυτή σήμανε το τέλος του κράτους του Λυσιμάχου, με τα μικρασιατικά εδάφη του να περιέρχονται στο κράτος των Σελευκιδών.

Πηγές

  • Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τ. Δ', σ. 302-303.

Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2016

Γαυγάμηλα, 331 π.Χ.

  Πηγή: http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/maxes/gaugamila.htm#Η_παράταξη

Πηγή φωτο: http://ellinoistorin.gr/?p=6945



 [3,5,1] Ο Δαρείος και ο στρατός του κράτησαν όλη τη νύχτα τις αρχικές τους θέσεις, γιατί δεν είχαν γύρω τους στρατόπεδο με σαφώς καθορισμένα όρια και συγχρόνως φοβούνταν πιθανή νυχτερινή επίθεση των εχθρών. Και έβλαψε ακόμη τους Πέρσες το ότι έμειναν πολλή ώρα ένοπλοι, αλλά και ο φόβος τους, φόβος που γεννιέται πριν από τους μεγάλους κινδύνους· και δε γεννιέται ξαφνικά από ένα τυχαίο συμβάν αλλά μεγαλώνει με το πέρασμα του χρόνου και σκλαβώνει το νου.
[3,5,2] Ο Δαρείος λοιπόν παρέταξε τη στρατιά του μ’ αυτόν τον τρόπο, αν και ο Αριστόβουλος μας λέει ότι ένα έγγραφο που περιέγραφε τον τρόπο με τον οποίο παρατάχτηκαν οι Πέρσες κατασχέθηκε. Στην αριστερή παράταξη βρίσκονταν οι Βάκτριοι  ιππείς, οι Δάες και οι Αραχωτοί· ακολουθούσαν οι Πέρσες, πεζοί και ιππείς ανακατεμένοι, μετά τους Πέρσες οι Σούσιοι και μετά οι Καδούσιοι· αυτή ήταν η παράταξη από τα’ αριστερά μέχρι τη μέση όλης της φάλαγγας. Στη δεξιά πτέρυγα βρίσκονταν τα στρατεύματα από την Κοίλη Συρία και τη Μεσοποταμία, μετά οι Μήδοι, κατόπιν Παρθυραίοι και Σάκες, κατόπιν Τόπειροι και Υρκάνιοι, κατόπιν Αλβανοί και Σακεσίνες, μέχρι το μέσο όλης της παράταξης. Στη μέση τώρα, όπου βρισκόταν ο βασιλιάς Δαρείος, είχαν τοποθετηθεί οι συγγενείς του βασιλιά, οι μηλοφόροι Πέρσες, οι Ινδοί, οι Κάρες, που επονομάζονταν «ξεριζωμένοι», και οι Μάρδοι τοξότες. Στο βάθος τοποθετήθηκαν οι Ούξιοι, οι Βαβυλώνιοι, οι λαοί που κατοικούσαν κοντά στην Ερυθρά Θάλασσα και οι Σιττακηνοί. Μπροστά από την αριστερή παράταξη, απέναντι από τη δεξιά του Αλέξανδρου, είχαν τοποθετηθεί οι Σκύθες ιππείς, χίλιοι Περίπου Βακτριανοί και εκατό δρεπανηφόρα άρματα. Οι ελέφαντες μπήκαν μπροστά από τη βασιλική ίλη του Δαρείου, μαζί με καμιά πενηνταριά άρματα. Μπροστά από τη δεξιά παράταξη, τοποθετήθηκε το ιππικό των Αρμενίων και των Καππαδοκών και πενήντα δρεπανηφόρα άρματα. Οι Έλληνες μισθοφόροι τέλος τοποθετήθηκαν γύρω από το Δαρείο και την προσωπική του φρουρά, ακριβώς απέναντι από τη Μακεδονική φάλαγγα, ως μόνοι ικανοί να την αντιμετωπίσουν.
[3,5,3] Ο Αλέξανδρος παρέταξε τη στρατιά του με τον ακόλουθο τρόπο· τη δεξιά παράταξη την κατείχε το ιππικό των εταίρων· μπροστά, βρισκόταν η βασιλική ίλη, με ίλαρχο τον Κλείτο, τον γιο του Δρωπίδη, κατόπιν η ίλη του Γλαυκία, μετά του Αρίστωνα, μετά του Σώπολη, του γιου του Ερμόδωρου, μετά του Ηρακλείδη, του γιου του Αντίοχου, μετά του Δημήτριου, του γιου του Αλθαιμένη, μετά του Μελέαγρου και τελευταία από τις βασιλικές ίλες εκείνη που είχε ίλαρχο τον Ηγέλοχο, το γιο του Ιππόστρατου. Αρχηγός ολόκληρου του ιππικού των εταίρων ήταν ο Φιλώτας, ο γιος του Παρμενίωνα. Όσον αφορά στη μακεδονική φάλαγγα μετά το ιππικό, τοποθετήθηκε πρώτο το άγημα των υπασπιστών και ακολουθούσαν οι υπόλοιποι υπασπιστές· αρχηγός τους ήταν ο Νικάνορας, ο άλλος γιος του Παρμενίωνα· ακολουθούσε το τάγμα του Κοίνου, του γιου του Πολεμοκράτη, κατόπιν το τάγμα του Περδίκκα, του γιου του Ορόντη, μετά του Μελέαγρου, του γιου του Νεοπτόλεμου, μετά του Πολυπέρχοντα, του γιου του Σιμμία και μετά του Αμύντα, του γιου του Φίλιππου· σ’ αυτήν όμως ήταν αρχηγός ο Σιμμίας, γιατί ο Αμύντας είχε σταλεί στη Μακεδονία για να συγκεντρώσει στρατό. Το αριστερό τμήμα της Μακεδονικής φάλαγγας κατείχε το τάγμα του Κρατερού, του γιου του Αλέξανδρου, και ο ίδιος ο Κρατερός διοικούσε ολόκληρο το αριστερό τμήμα του πεζικού· ακολουθούσε το συμμαχικό ιππικό, που το διοικούσε ο Εριγύιος, ο γιος του Λάριχου· ακολουθούσαν, μέχρι την αριστερή παράταξη οι Θεσσαλοί ιππείς, με αρχηγό το Φίλιππο, το γιο του Μενέλαου. Ολόκληρη την αριστερή παράταξη τη διοικούσε ο Παρμενίωνας, γιος του Φιλώτα περιστοιχισμένος από τους ιππείς από τα Φάρσαλα, το καλύτερο και πολυπληθέστερο τμήμα του Θεσσαλικού ιππικού.
[3,5,4] O Αλέξανδρος τακτοποίησε το μέτωπο της παράταξής του με τον ακόλουθο τρόπο· τοποθέτησε δεύτερη γραμμή, ώστε η φάλαγγα να έχει δύο μέτωπα. Έδωσε οδηγίες στους διοικητές της να γυρίσουν προς τα πίσω και να αντιμετωπίσουν τους βαρβάρους, αν δουν τους δικούς τους περικυκλωμένους από τα περσικά στρατεύματα. Για την περίπτωση τώρα, που θα έπρεπε ή να αναπτυχθεί ή να συγκλίνει η φάλαγγα σε γωνία, στη δεξιά παράταξη τοποθετήθηκαν οι μισοί Αγριάνες με αρχηγό τον Άτταλο, πίσω από τη βασιλική ίλη και μαζί τους οι Μακεδόνες τοξότες με αρχηγό το Βρίσωνα· μετά τους τοξότες, οι επονομαζόμενοι «παλιοί ξένοι» με αρχηγό τον Κλέανδρο. Μπροστά από τους Αγριάνες και τους τοξότες, μπήκαν οι πρόδρομοι ιππείς και οι Παίονες με αρχηγούς τον Αρέτη και τον Αρίστωνα. Μπροστά απ’ όλους βρίσκονταν οι μισθοφόροι ιππείς με αρχηγό το Μενίδα. Μπροστά από τη βασιλική ίλη και τους άλλους εταίρους μπήκαν οι άλλοι μισοί Αγριάνες και τοξότες και οι ακοντιστές του Βάλακρου· αυτοί παρατάχτηκαν έναντι των δρεπανηφόρων αρμάτων. Ο Μενίδας και οι δικοί του πήραν την εντολή να σχηματίσουν γωνία και να χτυπήσουν τον εχθρό από τα πλάγια, αν τους περικυκλώσει το βαρβαρικό ιππικό. Έτσι λοιπόν ο Αλέξανδρος τακτοποίησε τη δεξιά παράταξη. Στην αριστερή τώρα, τοποθετήθηκαν σε γωνία οι Θράκες με αρχηγό τον Σιτάλκη, κατόπιν το συμμαχικό ιππικό με αρχηγό τον Κοίρανο και μετά οι Οδρύσες ιππείς με αρχηγό τον Αγάθωνα, το γιο του Τυρίμμα.  Μπροστά από ολόκληρη την παράταξη τοποθετήθηκε το ιππικό των ξένων μισθοφόρων, με αρχηγό τον Ανδρόμαχο, τον γιο του Ιέρωνα. Το θρακικό πεζικό ορίστηκε φρουρά για τα ζώα που μετέφεραν προμήθειες. Ολόκληρη η στρατιά του Αλέξανδρου, αποτελούνταν από εφτά χιλιάδες ιππείς και γύρω στις σαράντα χιλιάδες πεζούς. 

[3,5,5] Μόλις τα δύο στρατόπεδα πλησίασαν το ένα το άλλο, φάνηκε ο Δαρείος και η ακολουθία του, οι μηλοφόροι Πέρσες, οι Ινδοί, οι Αλβανοί, οι «ξεριζωμένοι» Κάρες και οι Μάρδοι τοξότες είχαν τοποθετηθεί απέναντι στον Αλέξανδρο και τη βασιλική ίλη. Ο Αλέξανδρος όμως κίνησε τις δυνάμεις του μάλλον προς τα δεξιά του και οι Πέρσες ακολούθησαν αυτή την κίνηση υπερφαλαγγίζοντας με το αριστερό τους τμήμα το στρατό του Αλέξανδρου. Ήδη οι Σκύθες ιππείς επιτίθονταν με τα άλογα και άγγιζαν την προφυλακή του Αλέξανδρου, ο οποίος όμως εξακολουθούσε να κινείται προς τα δεξιά και βρισκόταν ήδη κοντά στο χώρο που είχαν εξομαλύνει οι Πέρσες. Τότε όμως, ο Δαρείος φοβήθηκε μήπως οι Μακεδόνες προχωρήσουν στο ανώμαλο έδαφος, όποτε τα άρματα θα του ήταν άχρηστα· διέταξε λοιπόν αυτούς που ήταν τοποθετημένοι μπροστά στην αριστερή παράταξη να περικυκλώσουν με τα άλογα τη δεξιά παράταξη των Μακεδόνων που οδηγούσε ο ίδιος ο Αλέξανδρος, για να μην προχωρήσουν πιο κοντά τους. Μόλις έγινε αυτό, ο Αλέξανδρος διέταξε το μισθοφορικό ιππικό του, που διοικούσε ο Μενίδας να τους επιτεθεί. Οι Σκύθες ιππείς και οι Βάκτριοι που πολεμούσαν μαζί τους αντεπιτέθηκαν και τους γύρισαν πίσω, γιατί ήταν περισσότεροι. Τότε ο Αλέξανδρος διέταξε τους Παίονες του Αρέτη και τους μισθοφόρους να επιτεθούν στους Σκύθες· οι βάρβαροι αναδιπλώθηκαν. Οι υπόλοιποι Βάκτριοι όμως πλησίασαν τους Παίονες και τους μισθοφόρους, βοήθησαν να ξαναγυρίσουν στη μάχη οι δικοί τους που έφευγαν και μετέτρεψαν την ιππομαχία σε μάχη σώμα με σώμα. Πολλοί από τους άνδρες του Αλέξανδρου έπεφταν και εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των βαρβάρων και γιατί οι Σκύθες και τα άλογά τους προφυλάσσονταν καλύτερα με τις πανοπλίες τους. Όμως, καθώς οι Μακεδόνες δέχονταν τις επιθέσεις τους, έπεφταν με δύναμη πάνω τους, η μία ίλη μετά την άλλη και τους έβγαζαν από την παράταξη.
[3,5,6] Εκείνη τη στιγμή, οι Πέρσες εξαπέλυσαν τα δρεπανηφόρα άρματα εναντίον του ίδιου του Αλέξανδρου, για να διασκορπίσουν τη φάλαγγα γύρω του. Εκεί όμως έκαναν λάθος· τα πρώτα, καθώς πλησίαζαν, τα χτύπησαν με ακόντια οι Αγριάνες και οι ακοντιστές του Βάλακρου, που ήταν τοποθετημένοι μπροστά από το εταιρικό ιππικό· από άλλα πάλι άρπαζαν τα ηνία , έριχναν κάτω τους αναβάτες, περικύκλωναν τα άλογα και τους έσφαζαν. Μερικά όμως διέσπασαν την παράταξη των Μακεδόνων, γιατί αυτοί είχαν πάρει την εντολή να διαχωρίζονται στο σημείο που έπεφταν τα άρματα. Κι έτσι τα ίδια τα άρματα πέρασαν χωρίς ζημιές και αυτοί όμως που δέχτηκαν την επέλασή τους δεν έπαθαν τίποτα. Κι αυτά τα άρματα όμως τα συγκράτησαν οι ιπποκόμοι της στρατιάς του Αλέξανδρου και οι βασιλικοί υπασπιστές.

[3,5,7]  Μόλις ο Δαρείος επιτέθηκε σε όλο το μήκος της παράταξης, ο Αλέξανδρος διέταξε τον Αρέτη να χτυπήσει το τμήμα του περσικού ιππικού, που προσπαθούσε να περικυκλώσει με τα άλογα τη δεξιά παράταξη των Μακεδόνων. Ο ίδιος κατ’ αρχήν οδήγησε τις δυνάμεις που βρίσκονταν κοντά του· μόλις όμως οι ιππείς που είχαν ξεκινήσει για να επιτεθούν στη δεξιά παράταξη, διέσπασαν ένα τμήμα της περσικής φάλαγγας, στράφηκε προς το κενό που δημιουργήθηκε, χρησιμοποίησε ως έμβολο το εταιρικό ιππικό και το κομμάτι της φάλαγγας που ήταν τοποθετημένο σ’ αυτό το σημείο και επιτέθηκε με ορμή και αλαλαγμούς στον ίδιο το Δαρείο. Για μικρό χρονικό διάστημα διεξήχθη μάχη σώμα με σώμα. Ο Αλέξανδρος και οι ιππείς του προχωρούσαν με ορμή, πίεζαν τους Πέρσες και τους χτυπούσαν με τα δόρατα στα πρόσωπα· συμπαγής η μακεδονική φάλαγγα τους χτυπούσε με προτεταμένες τις σάρισες· ο ήδη τρομοκρατημένος Δαρείος είδε γύρω του μόνο πανικό και τράπηκε πρώτος σε φυγή· αλλά και το περσικό ιππικό, που περικύκλωνε τη δεξιά παράταξη των Μακεδόνων, τρομοκρατήθηκε με τη ρωμαλέα επίθεση του Αρέτη και των δικών του. Σ’ εκείνο το σημείο, η φυγή των Περσών ήταν καθολική· οι Μακεδόνες τους καταδίωκαν και τους σκότωναν.
[3,5,8] Το τάγμα του Σιμμία όμως δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τον Αλέξανδρο στην καταδίωξη αλλά σταμάτησαν και πολεμούσαν επί τόπου, γιατί ανακοινώθηκε ότι πιέζεται το αριστερό τμήμα της φάλαγγας. Σ’ αυτή τη θέση, διασπάστηκε η παράταξη και μέσα από το κενό, πέρασαν μερικοί Ινδοί και τμήμα του περσικού ιππικού, για να χτυπήσει τα υποζύγια των Μακεδόνων. Εκεί λοιπόν έγινε σκληρή μάχη. Οι Πέρσες επιτίθονταν με θάρρος στους πολλούς άοπλους, που δεν περίμεναν ότι κάποιος θα πέσει απάνω τους, αφού διασπάσει τη διπλή γραμμή της φάλαγγας· επί πλέον, οι αιχμάλωτοι βάρβαροι ενώθηκαν με τους επιτιθέμενους Πέρσες εναντίον των Μακεδόνων. Όμως, οι αρχηγοί της δεύτερης σειράς της φάλαγγας έμαθαν γρήγορα τι έγινε και, σύμφωνα με τις εντολές που είχαν πάρει, στράφηκαν και χτύπησαν τα νώτα των Περσών· πολλούς σκότωσαν κοντά στα υποζύγια, άλλοι όμως διέφυγαν. Τη δεξιά παράταξη των Περσών, που δεν είχε καταλάβει ακόμη τη φυγή του Δαρείου, περικύκλωσε με τα άλογα η αριστερή πλευρά του στρατεύματος του Αλέξανδρου και χτύπησαν τις δυνάμεις του Παρμενίωνα.


[3,5,9] Οι Μακεδόνες πλήττονταν από δύο μεριές. Ο Παρμενίωνας έστειλε βιαστικά αγγελιαφόρο στον Αλέξανδρο και του ανακοίνωσε ότι τα στρατεύματά του έχουν προβλήματα και χρειάζονται βοήθεια. Μόλις ο Αλέξανδρος έμαθε αυτά, σταμάτησε την καταδίωξη, γύρισε πίσω με το εταιρικό ιππικό και κάλπασε εναντίον της δεξιάς παράταξης των βαρβάρων. Πρώτα, χτύπησε τους ιππείς του εχθρού που είχαν τραπεί σε φυγή, τους Παρθυαίους, μερικούς Ινδούς και, κυρίως Πέρσες, που ήταν οι πιο πολυάριθμοι και οι καλύτεροι. Εκεί έγινε η πιο σκληρή ιππομαχία όλης της σύγκρουσης. Οι βάρβαροι, που ήταν παραταγμένοι σε βάθος κατά ίλες, γύριζαν προς τα πίσω και έρχονταν αντιμέτωποι με τα στρατεύματα του Αλέξανδρου· δεν πέταγαν πια ακόντια ούτε ελίσσονταν με τα άλογα, όπως συμβαίνει στις ιππομαχίες· ο καθένας προσπαθούσε να ανοίξει δρόμο για τον εαυτό του, γιατί δεν είχε άλλο τρόπο σωτηρίας καθώς βιάζονταν, έσφαζαν και σφάζονταν αλύπητα, γιατί δεν πολεμούσαν πια για ξένη νίκη αλλά για την ίδια τους τη σωτηρία. Εκεί σκοτώθηκαν εξήντα περίπου εταίροι, πληγώθηκαν ο ίδιος Ηφαιστίωνας, ο Κοίνος και ο Μενίδας·  αλλά ο Αλέξανδρος νίκησε.
[3,5,10] Όσοι Πέρσες άνοιξαν δρόμο ανάμεσα από τις δυνάμεις του Αλέξανδρου, τράπηκαν σε άτακτη φυγή· ο Αλέξανδρος κόντευε να συγκρουστεί με τη δεξιά παράταξη των εχθρών. Εν τω μεταξύ, το θεσσαλικό ιππικό που πολέμησε γενναία δεν έμεινε πίσω από τον Αλέξανδρο στη μάχη· ήδη η δεξιά παράταξη των βαρβάρων είχε τραπεί σε φυγή, όταν τους πλησίασε ο Αλέξανδρος· έτσι, στράφηκε στην καταδίωξη του Δαρείου, που κράτησε μέχρι το σούρουπο. Ακολουθούσαν οι δυνάμεις του Παρμενίωνα, κυνηγώντας τους δικούς τους αντιπάλους. Ο Αλέξανδρος πέρασε τον ποταμό Λύκο και στρατοπέδευσε εκεί, για να ξεκουράσει λίγο τους άνδρες και τα άλογα. Ο Παρμενίωνας όμως κατέλαβε τον στρατόπεδο των βαρβάρων με τα υποζύγια, τους ελέφαντες και τις καμήλες.


[3,5,11] Ο Αλέξανδρος ξεκούρασε τους ιππείς του μέχρι τα μεσάνυχτα και ξεκίνησε αμέσως βιαστικά για τα Άρβηλα για να πιάσει εκεί το Δαρείο, μαζί με τα χρήματα και τα υπόλοιπα βασιλικά εφόδια. Έφτασε στα Άρβηλα την επόμενη μέρα, έχοντας διανύσει μετά τη μάχη γύρω στα εξακόσια στάδια. Δεν βρήκε εκεί τον Δαρείο, που έτρεχε να ξεφύγει χωρίς σταματημό. Είχε παρατήσει όμως τα χρήματα και τα πράγματά του· το άρμα του, η ασπίδα και το τόξο του πιάστηκαν για δεύτερη φορά.
[3,5,12]  Σκοτώθηκαν γύρω στους εκατό άνδρες του Αλέξανδρου και χίλια περίπου άλογα πέθαναν από τα τραύματα και τις ταλαιπωρίες κατά την καταδίωξη· απ’ αυτά, τα μισά περίπου ανήκαν στο εταιρικό ιππικό. Λέγεται ότι σκοτώθηκαν τριακόσιες χιλιάδες περίπου βάρβαροι· πιάστηκαν πολύ περισσότεροι και μαζί οι ελέφαντες και τα άρματα που δεν καταστράφηκαν στη μάχη.

3,5,13] Έτσι τελείωσε αυτή η μάχη, όταν επώνυμος άρχων στην Αθήνα ήταν ο Αριστοφάνης, κατά το μήνα Πυανεψιώνα· έτσι, βγήκε αληθινή η προφητεία του Αρίστανδρου, ότι η μάχη και η νίκη του Αλέξανδρου θα συμβεί τον ίδιο μήνα με την έκλειψη της σελήνης.
Η μετάφραση είναι αντιγραμμένη από τη σειρά "ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ" των εκδόσεων Οδυσσέας Χατζόπουλος.