Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Ο Ηρόστρατος & ο Ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο



O Κροίσος υπήρξε ο τελευταίος βασιλέας της Λυδίας, ενός τμήματος της Μικράς Ασίας. Ήταν περίφημος για τα πολλά πλούτη του και το 560 π.Χ. πρόσταξε να οικοδομήσουν ένα μεγαλοπρεπή ναό στην Έφεσο. Ο Κροίσος αποφάσισε να χτίσει το ναό προς τιμή της Αρτέμιδος, της μεγάλης θεάς της Σελήνης και προστάτριας των άγριων ζώων και των κοριτσιών.
Ο ναός οικοδομήθηκε από ασβεστόλιθο και μάρμαρο, υλικά που μεταφέρθηκαν από τους γειτονικούς λόφους. Στο μέσο του ναού βρισκόταν το άγαλμα της Αρτέμιδος. Ο ναός υπήρξε από τους μεγαλύτερους του κλασικού κόσμου, πολύ μεγαλύτερος από τον Παρθενώνα που οικοδομήθηκε αργότερα στην Αθήνα. Η βάση των θεμελίων του είχε μήκος 131 μέτρα και πλάτος 79.
Ο ναός της Αρτέμιδος: από τους μεγαλύτερους του κλασικού κόσμου

- Διακόσια χρόνια αργότερα, το 356 π.Χ. ο ναός καταστράφηκε από πυρκαγιά. Τη φωτιά την έβαλε κάποιος Ηρόστρατος που θέλησε με τον τρόπο αυτό να γίνει διάσημος .
Για να τον θυμούνται οι μεταγενέστεροι , όπως είπε (ισχυρίσθηκε ότι με την πράξη του αυτή φιλοδοξούσε να κερδίσει την αθανασία). Ένας από αυτούς ήταν κι ο Θερβάντες που βάζει τον Δον Κιχώτη ν’ αφηγηθεί στον Σάντσο Πάντσα την ιστορία της πυρπόλησης του ναού.
Tην ίδια νύχτα όμως γεννήθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος.
Ο θρύλος θέλει την Αρτέμιδα να βρίσκεται βοηθός στην γέννα της Ολυμπιάδος αυτή την βραδιά στην Πέλλα της Μακεδονίας. Ο ιστορικός Θεόπομπος κράτησε τον Ηρόστρατο στην Ιστορία παρά την απαγόρευση του ονόματός του από τους Εφεσίους . Αργότερα ο Αλέξανδρος επισκέφθηκε την Έφεσο και πρόσταξε να οικοδομηθεί και πάλι ο ναός στην ίδια θέση .
Πηγή

Παρασκευή 25 Απριλίου 2014

Η Αυτοκράτειρα Θεοφανώ, µια γυναίκα – αράχνη.

Πηγή φωτογραφίας: http://periodfashion.blogspot.gr/2011/10/byzantine-costume.html

Σύζυγος δύο αυτοκρατόρων και δολοφόνος ενός από αυτούς, ή και δύο, μητέρα του Βασίλειου Βουλγαροκτόνου και αδίστακτη πολιτικός. Αυτή ήταν η αυτοκράτειρα του Βυζαντίου Θεοφανώ.

Μια ενδιαφέρουσα περίπτωση γυναίκας στην εξουσία. Έζησε στο δεύτερο μισό του 10ου µ.Χ. αιώνα στην Κωνσταντινούπολη. Οι πληροφορίες που έχουμε για την καταγωγή της είναι συγκεχυµένες. Κάποιοι την αναφέρουν ως κόρη ευγενούς, ενώ μια άλλη άποψη τη θέλει να κατάγεται από τη Λακωνία. Λένε πως ο πατέρας της ήταν ένας Κρατερός, ταβερνιάρης στην Κωνσταντινούπολη, και το πραγματικό της όνομα ήταν Αναστασώ. Ωστόσο, τεκµηριωµένα, κανείς δεν µπορεί να βεβαιώσει την καταγωγή αυτής της επικίνδυνης αυτοκράτειρας.

Πώς κατάφερε μία κοπέλα από άσημη οικογένεια να φτάσει στο υψηλότερο αξίωμα της βυζαντινής αυτοκρατορίας; Μία εκδοχή είναι ότι έγινε διαγωνισμός ομορφιάς για να επιλεχθεί η νύφη του μελλοντικού αυτοκράτορα. Όπως και να είναι, ο νεαρός διάδοχος, ο Ρωμανός, μαγεύτηκε απ’ την αξεπέραστη γοητεία της Πελοποννήσιας. Ήταν γνωστός για τη ροπή του στις διασκεδάσεις και την αδυναµία του προς το ωραίο φύλο και η Θεοφανώ υπήρξε εκπάγλου καλλονής. Η καταγωγή της νύφης σχολιάστηκε αρνητικά από τους αυλικούς και τον πατέρα του γαμπρού, τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ’, που ήθελε μία αριστοκράτισσα στον θρόνο.

Το 956, ο διάδοχος Ρωμανός και η Θεοφανώ παντρεύτηκαν. Η Κωνσταντινούπολη γιόρταζε επευφημώντας το νεαρό ζευγάρι, καθώς ο Ρωµανός , κατά πέντε μόλις έτη μεγαλύτερος της, ολόξανθος, αρρενωπός, ήταν το όνειρο όλων των κοριτσιών της πρωτεύουσας. Αυτή όμως ήταν μόνο η αρχή των φιλοδοξιών της νεαρής κοπέλας.

Η Θεοφανώ έμεινε έγκυος και ο Ρωμανός επέστρεψε στις ερωμένες του. Όμως, όταν πέθανε ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ’ το 959, οι αυλικοί την κατηγόρησαν ότι τον δηλητηρίασε, γιατί ο Αυτοκράτορας την κατηγορούσε. Η ενοχή της δεν αποδείχτηκε ποτέ, ειδικά γιατί ο Κωνσταντίνος Ζ’ πέθανε μετά από μακρόχρονο πυρετό, που δεν συνάδει με δηλητηρίαση. Έτσι, η Θεοφανώ έγινε αυτοκράτειρα, στο πλάι του Ρωμανού που στέφθηκε Αυτοκράτορας των Ρωμαίων.

Η νέα αυτοκράτειρα ασκούσε τεράστια επιρροή στον άντρα της, που προτιμούσε να γλεντοκοπάει με γυναίκες από το να κυβερνά. Μετά τη στέψη του η Θεοφανώ στρέφεται εναντίον της οικογένειας του πεθαμένου αυτοκράτορα. Πείθει τον σύζυγο της, ότι η ζωή του παλατιού δεν ταιριάζει στις αδελφές του, και καλύτερα θα ήταν να βρουν τη γαλήνη σε ένα μοναστήρι. Τα παρακάλια της μητέρας του Ρωμανού, Ελένης, δεν έπιασαν τόπο. Έτσι οι πέντε κόρες του Κωνσταντίνου Ζ’ στέλνονται σε μοναστήρι.

Κατόπιν η Θεοφανώ περιόρισε την πεθερά της Ελένη στα ιδιαίτερα διαμερίσματά της . Ο Ρωμανός όμως τη γέμιζε πλούτη και νοιάζονταν μόνο για απολαύσεις και ακολασίες. Έτσι οι κρατικές υποθέσεις είχαν περάσει στα χέρια ενός ευνούχου, του Ιωσήφ Μπρίκα, στον οποίο δεν ασκούσε καμιά επιρροή η φιλόδοξη αυτοκράτειρα.

Η κραιπάλη και οι καταχρήσεις, είχαν άσχημη κατάληξη για το Ρωμανό. Το 963, ο Αυτοκράτορας πέθανε σε ηλικία μόλις 26 ετών. Οι αιτίες του θανάτου από κάποιους αποδόθηκαν στον έκλυτο βίο, ωστόσο ο Λέων Διάκονος έγραψε ότι «οι περισσότεροι υποψιάζονται ότι το δηλητήριο του το έδωσαν από τον γυναικωνίτη», εννοώντας τη Θεοφανώ. Για ακόμα μία φορά η Θεοφανώ βρέθηκε στο στόχαστρο των αυλικών, οι οποίοι τη μισούσαν.

Ο πρωτότοκος γιος της και διάδοχος του θρόνου, Βασίλειος, (ο μετέπειτα Βουλγαροκτόνος) ήταν πολύ μικρός για το θρόνο. Ο μεγαλύτερος αντίπαλος της Θεοφανούς ήταν ο Ιωσήφ Μπρίκας, αλλά βρήκε τρόπο να τον αντιμετωπίσει. Επανέφερε στο παλάτι τον σκληροτράχηλο στρατηγό Νικηφόρο Φωκά, ο οποίος μόλις είχε ολοκληρώσει την εκστρατεία στην Κρήτη και ήταν αγαπητός στον λαό.

Ο Νικηφόρος Φωκάς. 

Ο Φωκάς στέφθηκε αυτοκράτορας στην Καισάρεια και μπήκε θριαμβευτής στην Κωνσταντινούπολη, όπου κυβερνούσε άτυπα ο Ιωσήφ Μπρίκας. Μετά από αιματηρές οδομαχίες, ο Φωκάς εδραίωσε την κυριαρχία του και νυμφεύτηκε την αυτοκράτειρα Θεοφανώ. Ο γάμος τους προκάλεσε σκάνδαλο, γιατί ο Φωκάς ήταν πνευματικός πατέρας των γιων της Θεοφανούς και η συγγένεια θεωρούνταν πολύ στενή για γάμο. Ο Πατριάρχης Πολύευκτος αφόρισε τον Φωκά και αρνούνταν να ευλογήσει τη βασιλεία του, όσο βρισκόταν στο πλευρό του η Θεοφανώ. Τότε ο Φωκάς συγκάλεσε Σύνοδο για να καταργήσει την απαγόρευση γάμου λόγω πνευματικής πατρότητας, μια που αυτή είχε γίνει την περίοδο της Εικονομαχίας, αλλά ο Πατριάρχης δεν υποχώρησε. Ο Φωκάς «ξεμπέρδεψε», όταν δύο μάρτυρες ορκίστηκαν ότι ο Φωκάς δεν ήταν νονός των παιδιών της Θεοφανούς.

Όταν η κατάσταση εξομαλύνθηκε, η Θεοφανώ είδε τα ελαττώματα του νέου συζύγου της. Ήταν πολύ μεγαλύτερός της, υπερβολικά σοβαρός και τραχύς χαρακτήρας. Ο στρατηγός ήταν συνηθισμένος στην πειθαρχία και τη λιτότητα του στρατού, κοιμόταν στο πάτωμα και φορούσε ένα χοντρό μάλλινο πουκάμισο μέσα από τα ρούχα του, που του έγδερνε το δέρμα ως τιμωρία για τις αμαρτίες του. Η θρησκοληψία του δεν ταίριαζε εύκολα με τα «ήθη» της γυναίκας του. Ως στρατηγός είχε διεξάγει “ολοκληρωτικό πόλεμο” στα όρια της γενοκτονίας, στα Άδανα και την Κρήτη. (το μεγαλύτερο κατόρθωμά του ήταν η ανακατάληψη της νήσου από τους Άραβες)

Η διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας από αυτόν προκαλούσε λαϊκή δυσφορία. Ο στρατηγός αποδείχτηκε ακατάλληλος αυτοκράτορας. Οι πόλεμοι γενικεύθηκαν, οι φόροι αυξήθηκαν, και η εκκλησιαστική περιουσία άρχισε να κινδυνεύει. Η Θεοφανώ, για να μη φθείρεται ο θρόνος των παιδιών της, αποφάσισε να τον αντικαταστήσει με τον ανιψιό του, Ιωάννη Τσιμισκή, που ήταν και εραστής της. Ήταν όμορφος και παλικάρι, αλλά και ικανός στρατηγός.

Το 969, ο Τσιμισκής έφτασε στην Κωνσταντινούπολη. Η Θεοφανώ έφυγε νωρίς από την κρεβατοκάμαρα του και άφησε την πόρτα ξεκλείδωτη. Λίγες ώρες μετά, μπήκε κρυφά στο δωμάτιο ο Τσιμισκής με τους άντρες του και σκότωσαν τον Αυτοκράτορα. Στον τάφο του έγραψαν: «τους νίκησε όλους, εκτός από μια γυναίκα».

Η Θεοφανώ συμμετείχε στη δολοφονία, υπό την προϋπόθεση ότι ο νέος αυτοκράτορας Τσιμισκής θα την παντρευόταν για να συνεχίσει τη βασιλεία της. Όμως ο Πατριάρχης Πολύευκτος αρνήθηκε να στέψει τον Τσιμισκή αυτοκράτορα, εκτός αν την έδιωχνε από την Κωνσταντινούπολη. Ο εραστής της αυτοκράτειρας επιθυμούσε την εξουσία πιο πολύ από τη Θεοφανώ και την εξόρισε.

Τον επόμενο χρόνο, ο Τσιμισκής παντρεύτηκε την κόρη του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ’, Θεοδώρα, που με εντολή της Θεοφανούς είχε φυλακιστεί σε μοναστήρι. Το 975, ο γιος της Θεοφανούς, Βασίλειος, διαδέχτηκε τον Τσιμισκή και επανέφερε τη μητέρα του στην αυλή, η οποία υποσχέθηκε να μείνει μακριά από την πολιτική ζωή του παλατιού. Άλλωστε δεν μπορούσε να κάνει και διαφορετικά. Πέθανε στο Παλάτι, ξεχασμένη απ' όλους.


Ο Βασίλειος σύντομα απέκτησε το προσωνύμιο Βουλγαροκτόνος. Στην πολυετή βασιλεία του, δεν άκουσε ποτέ κάποια γυναίκα, και υπηρέτησε με αφοσίωση και επιτυχία την αυτοκρατορία.

Όσο και “αλμυρά” να ακούγονται όλα αυτά, πίσω από τις δολοπλοκίες της Θεοφανούς κρύβεται η αντίθεση ανάμεσα στην αριστοκρατική γραφειοκρατία της Κωνσταντινούπολης και τους ψημένους στον πόλεμο Μικρασιάτες μεγαλοφεουδάρχες στρατηγούς για την διακυβέρνηση της Αυτοκρατορίας.

Η Θεοφανώ υπήρξε όργανο των δεύτερων και όχι υποκινητής τους. Όσο πολεμικός και ικανός να ήταν ο Βουλγαροκτόνος, εξέφραζε την γραφειοκρατική κλίκα, που τελικά διακυβέρνησε την Αυτοκρατορία μετά από αυτόν, με αποτέλεσμα μια αργή παρακμή της Αυτοκρατορίας.


Δ Σουρτέλης


Πέμπτη 24 Απριλίου 2014

"ΝΟΜΟΣ ΠΟΛΕΜΟΥ" στο Βυζάντιο

ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ
ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ
ΔΙΕΘΝΗ ΣΥΜΠΟΣΙΑ 4
ΤΟ ΕΜΠΟΛΕΜΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
(9ος - 12ος αι.)
ΙΔΡΥΜΑ ΓΟΥΛΑΝΔΡΗ-ΧΟΡΝ
ΑΘΗΝΑ 1997

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΧΡΥΣΟΣ
Καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών

Κυρίως για να αντιμετωπίσει τα νομικά ζητήματα που μπορούσαν να προκύψουν από την επαφή των πολιτών με τους εχθρούς της, η Ρώμη εισήγαγε τη διάκριση μεταξύ εχθρού-πολεμίου (hostis) και ληστού (latrunculus ή praedo). Έτσι και τα Βασιλικά υιοθετούν τον εξής ορισμό του Ουλπιανού από τους Πανδέκτες για την έννοια του εχθρού-πολεμίου:
«Πολέμιοι είσιν οι κρίνοντες προς ημάς και ημείς προς αυτούς δημόσιον πόλεμον. Οι δέ μη τοιούτοι λησταί είσι. και οι υπ' αυτών λαμβανόμενοι ουκ είσιν αιχμάλωτοι και ουδέ χρήζουσι δικαίου υποστροφής.»
Η έκφραση «δημόσιος πόλεμος» -το λατινικό κείμενο έχει το επίρρημα publice- χρησιμοποιείται στην περίπτωση αυτή προφανώς με τη σημασία του πολέμου που κηρύχθηκε επίσημα. Το αντίθετο του «δημοσίου πολέμου» είναι ο «ακήρυκτος» πόλεμος, που απαντά συχνά στις πηγές μας στην έκφραση «άσπονδος» -το αντίθετο του «ένσπονδος»- και «ακήρυκτος» πόλεμος.
Πρέπει ωστόσο να σημειώσω ότι με τον καιρό η έκφραση αυτή χάνει τη νομική-τεχνική της σημασία και φθάνει στα βυζαντινά χρόνια να σημαίνει πια τον αμείλικτο πόλεμο. Είχε βέβαια μεσολαβήσει η σταδιακή κατάργηση των τελετουργιών που κάποτε προέβλεπε το jus feriale.
Εξάλλου στα σχόλια των Βασιλικών περιελήφθη σχόλιο του αντικήνσορα Στεφάνου για την έννοια της δουλείας:
«Δουλεία δέ εστί διατύπωσις του ίουρισγενήου, ήτοι του εθνικού νόμου, καθ' ον τις υπό την έτερου δεσποτείαν παρά την φύσιν υποβάλλεται... Οί δέ δούλοι σέρβι' τη Ρωμαίων ονομάζονται γλώττη παρά το φυλάττεσθαι αυτούς. Οί γάρ αυτοκράτορες, τουτέστιν οι εν πολέμω νικώντες, ειώθασι τους αιχμαλώτους πιπράσκειν και δια την ελπίδα της πράσεως τούτους φυλάττειν και μη άνελείν.»
 Έτσι έμμεσα μόνον και χάριν της ετυμολόγησης του λατινικού «σέρβι» πληροφορούμαστε ότι συνέχιζε να ισχύει το καθεστώς της δουλείας στο οποίο καταλήγουν οι αιχμάλωτοι πολέμου. Ανάλογα, σε ένα άλλο σχόλιο διαβάζουμε:
«Κατά τον ίουρισγέντιον νόμον γίνονται δοϋλοι οί από των πολεμίων αιχμάλωτοι λαμβανόμενοι ή εκ των ημετέρων τικτόμενοι θεραπαινίδων.»
Το βυζαντινό λοιπόν «εθνικόν δίκαιον» θεωρούσε ως δεδομένο και νόμιμο τον ανδραποδισμό των αιχμαλώτων πολέμου και δεν περιελάμβανε διατάξεις για την προστασία της ζωής των.
Αντίθετα, σε πολλά κεφάλαια της Συλλογής Τακτικών περιλαμβάνονται υποδείξεις από παλαιότερα εγχειρίδια, στα οποία συνιστάται η θανάτωση των αιχμαλώτων πολέμου, εάν αυτό συμφέρει στην εξέλιξη του πολέμου. Έτσι ο ανώνυμος συγγραφέας παραγγέλλει ότι αν ο στρατηγός βρεθεί σε δυσκολία και δεν κατορθώσει να πείσει τους αντιπάλους του να συμβιβασθούν
«...τους αιχμαλώτους απαντάς αφειδώς τηνικαύτα κτεινέτω.»
Εξάλλου σε άλλο κεφάλαιο καθορίζεται ότι μετά τη νίκη πρέπει μεν να χαρισθεί η ζωή στους άξιολογωτέρους τών αιχμαλώτων, «τό δέ λοιπόν συρφετώδες και χυδαίον πλήθος λιμώ και ξίφει παραδιδόναι».
Ακόμη και τα Τακτικά του Λέοντος ΣΤ ' που, όπως έδειξε ο Γ. Μιχαηλίδης-Νουάρος, περιέχουν πολλές επιεικείς διατάξεις υπό την επήρεια της χριστιανικής ηθικής, δεν προβλέπουν την προστασία της ζωής των αιχμαλώτων, αλλά στηρίζουν την εντολή της μη θανατώσεως τους σε καθαρώς ωφελιμιστικά κριτήρια επαναλαμβάνοντας τη διάταξη της Συλλογής Τακτικών: 
«Τους δέ αιχμαλώτους προ του τελείως καταπαύσαι τον πόλεμον μη κτείνε, και μάλιστα τους ένδοξους και μεγάλους παρά τοις πολεμίοις όντας, ενθυμούμενος το άδηλον της τύχης και το παλίντροπον ώς έπί το πολύ της νίκης, ιν' έχης ει γε συμβή ή τών ύπο σε τινας κρατηθήναι ή κάστρου γενέσθαι ιδίου σου άλωσιν, δι ' αυτών αντικαταλλάττειν και ανακαλείσθαι, τά ώς εικός, συμβαίνοντα ηττήματα. και αντί τών πολεμίων αιχμαλώτων αναλάβης τους φίλους και συμμάχους, ει δέ μή βούλονται τούτο ποιείν οι πολέμιοι, τότε δικαίως, κατά τό ίσον άμυνον, διαχρώμενος ως βούλη επί λύπη των εναντίων.»
Αυτό το «δικαίως» του Λέοντος έχει το παράλληλο του στις διατάξεις που αναφέρονται στη διανομή των λαφύρων, τον λεγόμενο «διαμερισμόν σκύλων», για τον οποίο γίνεται ειδικός λόγος στα Τακτικά της εποχής.
Έτσι η Συλλογή Τακτικών χαρακτηρίζει τις ρυθμίσεις που προδιαγράφει για το θέμα αυτό ως παντί στρατώ νόμον. Εξάλλου οι σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας, που εισήχθησαν το πρώτον από τον Λέοντα Γ ' στην Εκλογή, αλλά ανανεώθηκαν στον Πρόχειρο Νόμο από τους Μακεδόνες αυτοκράτορες, δίνουν στους κανόνες διαμερισμού των λαφύρων ισχύ νόμου, προβλέπουν μάλιστα και το ποσοστό εκ των λαφύρων που πρέπει να εισέλθει στο κρατικό ταμείο!
Οι ιστορικές πηγές σχολιάζουν συλλήψεις αιχμαλώτων πολέμου, αλώσεις πόλεων και κατακτήσεις περιοχών με την αναγωγή τους στο «δίκαιο του πολέμου»,  ως ευρισκόμενες δηλαδή σε αρμονία με τον ορισμό του ius gentium του στ ' αιώνα, που περιελάμβανε την κατάκτηση πόλεων και την αιχμαλωσία. Έτσι μιμούμενες παλαιότερες ιστοριογραφικές και άλλες πηγές χρησιμοποιούν στην κατάλληλη θέση την έκφραση «νόμω πολέμου».
Π.χ. ο Ιωάννης Σκυλίτζης περιγράφει ως εξής την εκστρατεία του Ιωάννη Τζιμισκή του έτους 963 στην Κιλικία: 
«Γενόμενος ό' ούτος προς πόλιν Αδαναν και πλήθος καταλαβών επίλεκτων Άγαρηνών σννειλεγμένων εκ πάσης της Κιλικίας, συμπλέκεται τούτω και τρέπεται κατά κράτος, οι μεν ουν άλλοι των Άγαρηνών νόμω πολέμον κατεκόπησαν", ενώ οι άλλοι κατέφυγαν σε έναν λόφο όπου "καταγωνισάμενος πάντας άπέσφαξε, νώτα μηδενός δεδωκότος, ώς ρεύσαι διά του πρανούς εις το πεδίον το αίμα ποταμηδόν, και από τούτου του συμπτώματος κληθήναι τον βουνόν βουνόν αίματος."
 Έτσι η σφαγή των Αγαρηνών δικαιολογείται ως προβλεπόμενη από τον νόμο πολέμου. Όμοια χρησιμοποιεί την έκφραση και ο Λέων ΣΤ' στα Τακτικά αναφερόμενος στη συμπεριφορά του στρατηγού μετά την άλωση μιας πόλης: «Ληφθείσης μέντοι πολέμον νόμω της πόλεως διαλαλείτω πάσι στρατιώταις διά μανδατώρων ο στρατηγός κατά την τών πολεμίων διάλεκτον ώς μη τίνα τών πολιτών άοπλον όντα κτείνειν...».
Προφανώς στην περίπτωση αυτή η έκφραση πολέμου νόμω υπονοεί ότι η πόλη προέβαλε αντίσταση και κατακτήθηκε με τα όπλα. Είναι τόσο συνήθης η έκφραση πολέμου νόμω και μάλιστα όχι μόνο για τις πολεμικές δραστηριότητες των Βυζαντινών αλλά και όλων των αντιπάλων τους, ώστε αβίαστα βγαίνει το συμπέρασμα ότι το δίκαιο του νικητή ανάγεται σταθερά σε έναν γενικό και μη αμφισβητήσιμο κανόνα των διεθνών σχέσεων.
Κάποιες λίγες και σκόρπιες φωνές εκκλησιαστικών συγγραφέων που ζητούν το σεβασμό των αιχμαλώτων, κυρίως των χριστιανών αιχμαλώτων, την αυτοσυγκράτηση κατά τη συγκομιδή των λαφύρων και τη φιλάνθρωπη συμπεριφορά προς τον άμαχο πληθυσμό, δεν φθάνουν ποτέ στο σημείο να αμφισβητήσουν την ισχύ του «νόμου του πολέμου», του δικαίου του κατακτητή, ο οποίος με τη νίκη αποκτά αυτομάτως την κυριότητα των κατακτηθεισών περιοχών και του πληθυσμού τους, που προσμετράται στα κινητά λάφυρα του νικητή.
Έτσι «νόμος πολέμου» σημαίνει πια λίγο-πολύ το αποτέλεσμα από τη χρήση της δύναμης των όπλων.
Το πνεύμα αυτό απηχούν και τα ρητορικά ποιήματα της εποχής. Έτσι στο ποίημα του για την Άλωση της Κρήτης, ο Θεοδόσιος ο Διάκονος επαινεί τον αυτοκράτορα Ρωμανό Β' και έμμεσα τον Νικηφόρο Φωκά για τη θανάτωση γερόντων και παιδιών, μητέρων και βρεφών.
 Εξάλλου η τύφλωση ή «πήρωση» των 15.000 αιχμαλώτων στο Κλειδί από τον Βασίλειο Β' το 1014 μνημονεύεται από τις λίγες πηγές της επόμενης πενηνταετίας, που γράφουν για τον Βασίλειο, εντελώς «ψύχραιμα». Παρόλον ότι οι ιστοριογράφοι αυτοί δεν ήταν θαυμαστές του σκληρού αυτοκράτορα, αφήνουν το μέγεθος του πολεμικού αυτού εγκλήματος ασχολίαστο περιοριζόμενοι να μνημονεύσουν την αντίδραση του Σαμουήλ, που όταν τους είδε στην κατάσταση αυτή, συγκλονίσθηκε και πέθανε.
Ο αείμνηστος Διονύσιος Ζακυθηνός προσπάθησε να εξηγήσει την πράξη του Βασιλείου ως την προσήκουσα ποινή, επειδή ο Σαμουήλ δεν ήταν εξωτερικός εχθρός της αυτοκρατορίας, αλλά ένας στασιαστής-πραξικοπηματίας που με την εξέγερση του είχε διαπράξει το έγκλημα καθοσιώσεως.
Είναι ωστόσο ενδιαφέρον ότι μια πρώτη προσπάθεια να δικαιολογηθεί η πράξη με την αναγωγή στην καθοσίωση βρίσκει κανείς στην έμμετρη χρονογραφία του Εφραίμ στον 14ο αιώνα ο οποίος παρουσιάζει την πράξη του Βασιλείου με τους επόμενους στίχους:

Καθείλε δ ' ούχ ήκιστα και τυραννίδα
την τον Σαμουήλ Βουλγάρων άρχηγέτου,
και σφών δ ' άνείλε δυσαρίθμους εν μάχη.
συρρήξεως γαρ συμπεσούσης και μάχης
Μυσών εχειρώσατο χιλιοστύας
πεντάδας εις τρεις τάς ολας ποσουμένας,
ων ομματ' εξέκοψε πάντων ενδίκως.

Ο χαρακτηρισμός της εξέγερσης των Βουλγάρων υπό τον Σαμουήλ ως τυραννίδας επιτρέπει στον συγγραφέα να θεωρήσει την πράξη ως «ένδικη».

Είναι καλύτερο να σταματήσω εδώ, αφού συνοψίσω σε μια πρόταση το συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί από τα προηγούμενα: Οι πηγές τις μεσοβυζαντινής εποχής, ιστοριογραφικές και νομικές, δεν κάνουν συχνή μνεία των αρχών του ius gentium και οι αναφορές στον νόμο πολέμου, έχουν τον χαρακτήρα συμβατικών εκφράσεων. 
Οι βασικές διατάξεις του «ιουρισγεντίου νόμου» διατηρούνται στα νομικά κείμενα ως αποστεωμένα υπολείμματα ενός παλαιού νομικού οικοδομήματος, ενώ το πολεμικό μένος και η σκληρότητα των αγώνων της εποχής της εποποιίας δεν άφηναν περιθώριο για ένα δίκαιο πολέμου άξιο του ονόματος του.

(Σημείωση Δημήτρη Σκουρτέλη: Έχουμε παραλείψει τις παραπομπές που έχει κάνει ο συγγραφέας για να "ελαφρώσουμε" λίγο την ανάγνωση)

Δημοσιεύεται και εδώ:

Τα ακριτικά έπη- διάφορα

Τα τέρατα στην Ελληνική Μυθολογία


Το πεπρωμένο τους είναι να ενσαρκώνουν με ενθουσιασμό το πρόσωπο της απειλής, αλλά κατά κανόνα μοιάζουν απλώς να διεκδικούν το δικαίωμά τους στη ζωή.

Τα τέρατα της ελληνικής μυθολογίας είναι πλάσματα ανύπαρκτα, εξωπραγματικά, δημιουργημένα απολύτως από την αχαλίνωτη ανθρώπινη φαντασία. Είναι κατά κανόνα μιξογενή, δηλαδή συνδυάζουν ρεαλιστικά στοιχεία διαφόρων υπαρκτών πλασμάτων· ο Πήγασος ας πούμε είναι ένα άλογο με φτερά, ο γρύπας είναι ένα πλάσμα με σώμα λιονταριού που διαθέτει κεφάλι και φτερά αετού.              

Τα τέρατα κινούνται στη σφαίρα του εξωπραγματικού που όμως συναντιέται κάποτε με τον πραγματικό ή πιο σωστά με τον αληθοφανή κόσμο, στην οριακή περιοχή όπου δρουν οι μεγάλοι ήρωες και ζουν οι θεοί της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας. 

Εκεί, σ’αυτή τη φανταστική χώρα του ελληνικού μύθου, τα τέρατα ζουν τη δική τους ζωή. Γεννιούνται και πεθαίνουν με τρόπους ιδιαίτερους και με τον ίδιο ιδιαίτερο τρόπο περνάνε τη ζωή τους. Φαίνεται να ορίζουν τους κανόνες, να καταδυναστεύουν τους ανθρώπους, μα στην πραγματικότητα κυνηγάνε το δικό τους πεπρωμένο και κατά κανόνα καλούνται να υπερασπιστούν την ίδια τους την ύπαρξη όταν ένας αποφασιστικός ήρωας βρεθεί στο δρόμο τους.   

Τα τέρατα της ελληνικής μυθολογίας είναι κατ’ουσίαν πλάσματα τραγικά. Το πεπρωμένο τους είναι να ενσαρκώνουν με ενθουσιασμό το πρόσωπο του φόβου και της απειλής, αλλά κατά κανόνα μοιάζουν απλώς να διεκδικούν το δικαίωμά τους στη ζωή.   
Παρακολουθώντας τις πολύπλοκες διαδρομές των κύκλων του ελληνικού μύθου συναντάει κανείς ένα μεγάλο πλήθος τεράτων, που εμφανίζονται συνήθως σε δεύτερους ρόλους, αλλά κερδίζουν την παράσταση με την απόκοσμη παρουσία τους. Σήμερα παρουσιάζω ένα μέρος από τον ιδιότυπο θίασο των ελληνικών τεράτων θέλοντας να καταδείξω την εντυπωσιακή ποικιλομορφία που είχε για τους αρχαίους έλληνες η προσωποποίηση του φοβερού. Δεν πρόκειται για έναν εξαντλητικό κατάλογο, τα τέρατα είναι στ’αλήθεια πολλά περισσότερα, αλλά για μια αντιπροσωπευτική πινακοθήκη.     

Ο Μινώταυρος γεννήθηκε όταν ο Ποσειδώνας αποφάσισε να εκδικηθεί τον Μίνωα για την ασέβειά του να μην του θυσιάσει έναν όμορφο λευκό ταύρο. Ο θεός έκανε τη σύζυγο του Μίνωα Πασιφάη να συνερευθεί με τον ταύρο αυτόν κι έτσι γεννήθηκε αυτό το τρομερό παιδί, ένας άνθρωπος με κεφάλι ταύρου. Ο Μινώταυρος πέρασε ολόκληρη τη ζωή του έγκλειστος στο Λαβύρινθο που του έκτισε ο Μίνωας, καταβροχθίζοντας ετησίως 7 νέους και 7 νέες από την Αθήνα, μέχρι που τον εξολόθρευσε ο Θησέας.

Άγαλμα Μινώταυρου από σύμπλεγμα με τον Θησέα. 1ος αι. μ.Χ. 
Museo Νazionale Romano, Ρώμη.
Τυφώνας   

Ο Τυφώνας ήταν το τελευταίο παιδί που γέννησε η Γαία με τον Τάρταρο και θεωρείται το ισχυρότερο από όλα τα τέρατα της ελληνικής μυθολογίας. Είχε το πάνω μέρος ανθρώπου, διέθετε φτερά και το κάτω μέρος του αποτελούσαν εκατό ελισσόμενα φίδια. Όταν άρχισε να καταστρέφει πόλεις, να εκσφενδονίζει βουνά και να φοβερίζει ακόμη και τους ίδιους του Ολύμπιους θεούς, ο Δίας τον αντιμετώπισε ρίχνοντάς του 100 κεραυνούς και παγιδεύοντάς τον κάτω από την Αίτνα. Πριν πεθάνει ο Τυφώνας με τη σύντροφό του την Έχιδνα φρόντισαν να γεμίσουν τον κόσμο με ένα σωρό άλλα τέρατα, όπως την Σφίγγα, τη Χίμαιρα, τη Λερναία Ύδρα και τον Κέρβερο.

Χαλκιδική μελανόμορφη υδρία, 540 π.Χ., Munich, Antikensammlungen
Κένταυρος  

Οι κένταυροι είχαν τον άνω κορμό ανθρώπου και το σώμα αλόγου και ζούσαν στη Θεσσαλία. Κάποτε είχαν την κακή ιδέα να κλέψουν την Ιπποδάμεια, την ημέρα του γάμου της με τον Πειρίθου και να αρπάξουν και τις άλλες γυναίκες των Λαπιθών που επίσης κατοικούσαν στην περιοχή. Η μάχη ήταν αμφίρροπη αλλά ο Θησέας έκρινε το αποτέλεσμα βοηθώντας τους Λαπίθες. Η μάχη αυτή στην αρχαία ελληνική τέχνη συμβολίζει την σύγκρουση ανάμεσα στον πολιτισμό και τη βαρβαρότητα και γι’αυτό επελέγη ως θέμα και στις μετόπες του Παρθενώνα.

Συμπλοκή Κενταύρου με Λαπίθη, μία από τις μετόπες της νότιας πλευράς του Παρθενώνα, 446-440 π.Χ
Τρίτων   

Ο Τρίτωνας είναι γιος του Ποσειδώνα και της Αμφιτρίτης, μισός άνθρωπος και μισός ψάρι. Είναι ο αγγελιαφόρος του πατέρα του, κυρίαρχος στη θάλασσα, κι έχει συχνά στη μυθολογία το ρόλο του σοφού γέροντα. Σύμφωνα με κάποιες παραδόσεις βοήθησε τους Αργοναύτες όταν χάθηκαν κάπου στις ακτές της Μικράς Ασίας.

Τρίτωνας που κρατάει σκήπτρο και δελφίνι. Ερυθρόμορφος αμφορέας του Ζωγράφου του Βερολίνου, 500-470 π.Χ., 
Harvard Art Museums
Σφίγγα   

Η σφίγγα έχει σώμα λιονταριού, φτερά πτηνού και γυναικεία κεφαλή. Ως γνωστόν περνούσε τον καιρό της καραδοκώντας αθώους περαστικούς για τη Θήβα τους οποίους καταβρόχθιζε ανερυθρίαστα επειδή δεν ήξεραν να απαντήσουν στον γρίφο που τους έθετε. «Τι είναι αυτό που έχει μια φωνή, τα πόδια του στην αρχή είναι τέσσερα, έπειτα τρία και τέλος δύο;». Ο Οιδίποδας ήταν ο μόνος που ήξερε να απαντήσει.

Ο Οιδίποδας αντιμέτωπος με τη Σφίγγα. Ερυθρόμορφη κύλικα, 470 π.Χ. Musei Vaticani.
Άρπυιες   

Οι Άρπυιες ήταν γυναίκες με φτερά πουλιών και μάλιστα κατά τον Ησίοδο είχαν ωραία μακριά μαλλιά. Ο ρόλος τους ήταν να βασανίζουν τον Φινέα, τον γέρο βασιλιά της Θράκης, που ο Δίας όχι μόνο τον είχε τυφλώσει αλλά τον είχε καταδικάσει και να μην μπορεί να φάει τίποτα γιατί του το άρπαζαν οι Άρπυιες. Όταν έφτασαν κάποτε στον Φινέα οι Αργοναύτες, εκείνος ζήτησε από τους Βορεάδες, που επίσης μπορούσαν να πετούν σαν γιοι του Βοριά που ήταν, να τις σκοτώσουν. Εκείνοι, σοφά φερόμενοι για να μην εξοργίσουν τον Δία, απλώς τις έδιωξαν μακριά κι ο Φινέας γλύτωσε, έβαλε μια μπουκιά στο στόμα του και βοήθησε με τις συμβουλές του τους Αργοναύτες να συνεχίσουν το ταξίδι τους με ασφάλεια.

Οι Άρπυιες επί το έργον. Υδρία του Ζωγράφου του Κλεοφράδη, 480 π.Χ., J.P. Getty Museum
Σειρήνες   

Οι Σειρήνες ήταν πτηνόμορφες με γυναικείο κεφάλι. Ήταν πλάσματα της θάλασσας, κι όχι μόνο δεν ήταν φοβερές στην όψη, αλλά ήταν όμορφες και είχαν γοητευτική φωνή. Είχαν όμως την κακή συνήθεια να παρασύρουν με το τραγούδι τους τους ναυτικούς που πέρναγαν από το νησί τους και να τους κατασπαράζουν. Ο Οδυσσέας περνώντας από εκεί, ειδοποιημένος από την Κίρκη, είχε κλείσει τα αυτιά των ναυτικών του με κερί κι ο ίδιος δέθηκε στο κατάρτι για να απολαύσει το όμορφο τραγούδι.

Ο Οδυσσέας δεμένος στο κατάρτι του πλοίου του δέχεται επίθεση από τις Σειρήνες. 
Ερυθρόμορφος στάμνος του Ζωγράφου των Σειρήνων, 480-470 π.Χ.
Μέδουσα/Γοργόνα   

Η Μέδουσα είχε φρικτή μορφή, αντί για μαλλιά είχε φίδια στο κεφάλι και μετέτρεπε σε πέτρα όποιον την κοιτούσε. Ήταν μία από τις τρεις Γοργόνες -οι άλλες ήταν η Σθενώ και η Ευρυάλη- κόρες του Φόρκυ και της Κητώς που ήταν θαλάσσιες θεότητες. Κάποτε ο Πολυδεύκης, βασιλιάς της Σερίφου, ζήτησε από τον ήρωα Περσέα να του φέρει το κεφάλι της Μέδουσας, ελπίζοντας ότι ο νεαρός θα έπεφτε θύμα της. Εκείνος όμως κατάφερε με τη βοήθεια της Αθηνάς να την αποκεφαλίσει χρησιμοποιώντας την ασπίδα του σαν καθρέφτη. Την στιγμή που της έκοβε το κεφάλι ξεπήδησαν από μέσα της ο Πήγασος και ο Χρυσάωρ. Αργότερα ο Περσέας πρόσφερε το κεφάλι της Μέδουσας στην Αθηνά κι εκείνη το στερέωσε στην αιγίδα στο στήθος της.

Ερυθρόμορφη υδρία του Ζωγράφου του Πανός, 460 π.Χ. Βρετανικό Μουσείο
Σκύλλα   

Η Σκύλλα ήταν κι αυτή κόρη του Φόρκυ και της Κητώς, κάποτε όμορφη νύμφη που την ποθούσε ο Ποσειδώνας. Η ζηλιάρα Αμφιτρίτη την μετέτρεψε σε τέρας δηλητηριάζοντας το νερό που έκανε μπάνιο. Η Σκύλλα είχε σώμα ψαριού, γυναικείο άνω κορμό και κεφαλές σκυλιών να προεξέχουν στο στήθος της. Στον Όμηρο η Σκύλλα μαζί με τη Χάρυβδη φυλάνε ένα στενό από το οποίο υποχρεωτικά πρέπει να περάσει ο Οδυσσέας με το καράβι του. Η Σκύλλα καταβροχθίζει ζωντανούς έξι από τους άνδρες του, αλλά ο ήρωας καταφέρνει να περάσει αβλαβής.

Μηλιακό ανάγλυφο, 450 π.Χ., Βρετανικό Μουσείο
Γρύπας   

Ο γρύπας έχει σώμα λιονταριού, αλλά φτερά και κεφάλι αετού, συνδυάζει δηλαδή τα δύο εμβληματικότερα ζώα της φύσης κι ίσως γι’αυτό θεωρήθηκε ταιριαστός συνοδός για θεούς και βασιλείς. Ο Ηρόδοτος μαρτυρεί μια παράδοση σύμφωνα με την οποία οι Γρύπες ήταν φύλακες του χρυσού στα βουνά του Βορρά και οι γείτονες τους, οι μονόφθαλμοι Αριμασποί τους επιτίθονταν με τα άλογά τους για να κλέψουν τους θησαυρούς τους.


Ο Απόλλων επάνω σε γρύπα. Ερυθρόμορφη κύλικα, 380 π.Χ. Kunsthistorisches Museum Vienna
Λερναία Ύδρα   

Η Λερναία Ύδρα ήταν κόρη του Τυφώνα και της Έχιδνας, ένα φρικτό υδρόβιο τέρας με χαρακτηριστικά ερπετού και πολλά κεφάλια - φίδια. Μάλιστα όταν κανείς έκοβε ένα, στη θέση του φύτρωναν δύο άλλα. Ζούσε στην Λέρνα της Αργολίδας και περνούσε τον καιρό της βασανίζοντας τον κόσμο και φυλάγοντας μια πύλη προς τον Κάτω Κόσμο, μέχρι που την εξόντωσε ο Ηρακλής σταλμένος από τον Ευρυσθέα.

Αττική λήκυθος, 500-475 π.Χ. Μουσείο του Λούβρου.
Πήγασος   

Ο Πήγασος ήταν ένα φτερωτό άλογο, γιός του Ποσειδώνα και της Μέδουσας, από την οποία ξεπήδησε όταν εκείνη έχασε το κεφάλι της. Όταν κάποτε κατέβηκε στην Κόρινθο στην κρήνη Πειρήνη να πιεί νερό, εκεί τον αιχμαλώτισε και τον εξημέρωσε ο ήρωας Βελλεροφόντης και μαζί έκαναν πολλούς άθλους, όπως την εξόντωση της Χίμαιρας.

Ασημένιο νόμισμα της Κορίνθου, 300-250 π.Χ. Βρετανικό Μουσείο
Χίμαιρα   

Η Χίμαιρα ήταν ένα τρικέφαλο όν: είχε σώμα και κεφάλι λιονταριού, ουρά που κατέληγε σε κεφάλι φιδιού και στο μέσον της ράχης της έβγαινε ο λαιμός και η κεφαλή ενός αιγάγρου. Κόρη του Τυφώνα και της Έχιδνας, έβγαζε από το στόμα της φωτιά σύμφωνα με τον Όμηρο και τον Ησίοδο. Ο Βελλεροφόντης μπόρεσε να την σκοτώσει επειδή ήταν σε απόσταση ασφαλείας επάνω στον Πήγασο.

Η Χίμαιρα του Arezzo, χάλκινο άγαλμα των τελών του 5ου αι. π.Χ. Museo nazionale Archeologico, Firenze.
Κέρβερος  

Ο Κέρβερος ήταν ένας σκύλος με τρία κεφάλια, με ουρά φιδιού, ο φοβερός φύλακας στην είσοδο του Άδη που δεν άφηνε τις ψυχές να βγουν και τους ζωντανούς να περάσουν. Η εξόντωση του Κέρβερου είναι ο τελευταίος άθλος του Ηρακλή, ο πιο δύσκολος, αυτός για τον οποίο ο ήρωας μυήθηκε πρώτα στα Ελευσίνια μυστήρια. Ο Ηρακλής κατέβηκε στον Άδη (όπου μάλιστα συνάντησε τους φίλους του Θησέα και Πειρίθου) και ζήτησε την άδεια από τον άρχοντα του Κάτω Κόσμου να φέρει τον Κέρβερο στον Ευρυσθέα, πράγμα που κατάφερε μάλιστα χωρίς να χρησιμοποιήσει όπλα.

Η στιγμή που ο Ηρακλής φέρνει τον Κέρβερο στον Ευρυσθέα, από τις σπάνιες χιουμοριστικές εικόνες της αρχαίας εικονογραφίας. Καιρετανή υδρία, 540 π.Χ. Μουσείο του Λούβρου. 


Διαβάστε περισσότερα Ἔρρωσο: Η πινακοθήκη των τεράτων της ελληνικής μυθολογίας http://erroso.blogspot.com/2014/04/blog-post_19.html#ixzz2zqDzC1fg



Πηγή:

ΝΕΦΕΡΤΙΤΗ



Πηγή
Η προτομή της οργής

ΚΕΙΜΕΝΟ/ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ
Η προτομή της βασίλισσας Νεφερτίτης, που έχει προκαλέσει τον πόλεμο ανάμεσα σε δυο μουσεία.
«Η Ωραία έχει έρθει» και σπέρνει ταραχή, εδώ και 3.500 χρόνια! Είναι η ωραία βασίλισσα της Αμάρνα, εκλεκτή του Θεού Ατόν και σύζυγος του αιρετικού Φαραώ Ακενατόν. Η Νεφερτίτη. Δυο μεγάλα Μουσεία κονταροχτυπιούνται για την προτομή της.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αιγύπτου, ζητάει από το Αιγυπτιακό Μουσείο του Βερολίνου, να του δανείσει την προτομή της βασίλισσας, για τα εγκαίνια του νέου Μουσείου στο Κάιρο και μετά να την επιστρέψει, αλλά οι Γερμανοί αρνούνται.
Η προτομή της βασίλισσας Νεφερτίτης, είναι ένα από τα διασημότερα αρχαιολογικά ευρήματα στον κόσμο, αλλά και τα πλέον αναγνωρίσιμα. Φαίνεται όμως, ότι αυτό το ωραίο κεφάλι της διάσημης βασίλισσας, κουβαλάει το σπέρμα του κακού, από τότε που φτιάχτηκε σε ένα από τα εργαστήρια του οίκου των καλλιτεχνών του Φαραώ, στην πρωτεύουσα Ακετατόν.
Η προτομή της Βασίλισσας Νεφερτίτης, ανήκει στο Μουσείο Altes του Βερολίνου, και φιλοξενείται στο Αιγυπτιακό Μουσείο του Βερολίνου. Ο πόλεμος ξέσπασε, όταν το Αρχαιολογικό Μουσείο του Καΐρου στις αρχές του 2007, ζήτησε επίσημα από το Βερολίνο, δια στόματος του Γενικού  Γραμματέα του «Αιγυπτιακού Συμβουλίου Αρχαιοτήτων», του δόκτορα Ζαχί Χαουάς, να δανείσει στην Αίγυπτο την προτομή της Νεφερτίτης, προκειμένου να εκτεθεί στα εγκαίνια του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου του Καΐρου, κοντά στις Πυραμίδες της Γκίζας, που θα γίνουν το 2012.
Οι Γερμανοί, απέφυγαν στην αρχή να απαντήσουν στο αίτημα της Αιγύπτου, αφήνοντας ωστόσο να αιωρείται ότι μπορεί και να ικανοποιήσουν το αίτημα της Αιγύπτου. Έτσι, την Άνοιξη που πέρασε, το περιοδικό Der Spiegel, δημοσίευσε ένα άρθρο στο οποίο υπήρχε ρητή υπόσχεση του εκπρόσωπου του Μουσείου Altes, στον ίδιο τον Πρόεδρο της Αιγύπτου Χόσνι Μουμπάρακ, ότι η προτομή της Νεφερτίτης θα δοθεί δανεική στο Κάιρο, για τα εγκαίνια του Μουσείου. Ο ίδιος άνθρωπος είχε δηλώσει τότε, χαριτολογώντας, ότι «Η κυρία (εννοεί τη βασίλισσα Νεφερτίτη) δεν έχει στερηθεί τα ταξίδια στα 3.000 χρόνια της ζωής της»!

Το βγαλμένο μάτι στην προτομή της βασίλισσας Νεφερτίτης κρύβει μια ιστορία μυστηρίου.
Στις 13 Απριλίου 2007, ο Ζαχί Χαουάς, έγινε έξαλλος όταν το Αιγυπτιακό Μουσείο του Βερολίνου του απάντησε ότι δεν πρόκειται τελικά να δανείσει στην Αίγυπτο την προτομή της Νεφερτίτης.
Η δήλωση που έκανε αμέσως μετά από αυτή την απάντηση των Γερμανών ο Ζαχί Χαουάς, αποτυπώνει και το μέγεθος του θυμού του: «η Αίγυπτος θα μπορούσε να συμμαχήσει με χώρες όπως είναι η Ελλάδα, η Κίνα, η Τουρκία, η Ιταλία, το Μεξικό, η Ινδία, η Συρία και το Ιράκ, έτσι ώστε να υπάρξει μια κοινή συνάντηση εμπειρογνωμόνων, για τη δημιουργία μιας πολυεθνικής εκστρατείας, για την επανάκτηση των μοναδικών αρχαιολογικών θησαυρών τους, που παράνομα μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό και τώρα εκτίθενται σε διάφορα μουσεία του κόσμου».
Η δήλωση αυτή, έριξε νέο λάδι στη φωτιά, με αποτέλεσμα να ενταθεί ο πόλεμος ανάμεσα στα δυο Μουσεία, ενώ παράλληλα, έγιναν πολλές διπλωματικές προσπάθειες, προκειμένου να βρεθεί ένας ασφαλής τρόπος δανεισμού της προτομής, χωρίς ακόμα να έχει ξεκαθαρίσει τι πρόκειται να γίνει.
Μια μακέτα της πρωτεύουσας Ακετατόν, όπου βρέθηκε και η προτομή της Νεφερτίτης.
Το Μουσείο του Βερολίνου, είναι προφανές ότι φοβάται να δανείσει τη Νεφερτίτη, γιατί υποπτεύεται ότι η Αίγυπτος δε θα την επιστρέψει. Η Αίγυπτος, άλλωστε, έχει εγείρει και στο παρελθόν αξιώσεις, θεωρώντας ότι η προτομή της βασίλισσας βγήκε παράνομα από τη χώρα, ενώ το μουσείο που τη φιλοξενεί στα εκθέματά του, απαντά, ότι η προτομή αγοράστηκε νόμιμα και συνεπώς, βγήκε νόμιμα από την Αίγυπτο.
Μια επίσημη απεικόνιση του Φαραώ Ακενατόν και της βασίλισσας Νεφερτίτης, κάτω από τις προστατευτικές ακτίνες του θεού Ατόν. Το βασιλικό ζευγάρι απεικονίζεται εδώ, με τρεις από τις εφτά κόρες του.
Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Η προτομή της Νεφερτίτης είναι γεγονός ότι αγοράστηκε, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, όπως είναι γεγονός ότι δε βγήκε από την Αίγυπτο με καθαρό τρόπο!
Η σύγχρονη περιπέτεια της προτομής της βασίλισσας Νεφερτίτης, αρχίζει το 1912, όταν την ανακάλυψε ο Γερμανός αρχαιολόγος Μπόρχαρντ, στις ανασκαφές που έκανε στη θέση Τελ Ελ Αμάρνα, στις όχθες του Νείλου, στα ερείπια της πρωτεύουσας Ακετατόν, του αιρετικού Φαραώ Ακενατόν. Η Ακετατόν, ήταν η αγαπημένη πόλη της συζύγου του Φαραώ, της Νεφερτίτης. Ήταν εκτός των άλλων, «η πόλη του αιώνιου έρωτα και των λουλουδιών».
Από την πρώτη στιγμή που έπιασε στα χέρια του ο αρχαιολόγος αυτή την προτομή της βασίλισσας, λέγεται ότι έψαχνε τρόπους να τη βγάλει από την Αίγυπτο και να τη στείλει στη Γερμανία. Έτσι, για να μη φαίνεται η εκθαμβωτική ομορφιά του ευρήματός του, πασάλειψε την προτομή με χώματα, όπως την είχε βρει, όταν την ανέσυρε και έτσι, λένε ότι ξεγέλασε τότε τις Αρχές της Αιγύπτου, από τις οποίες είχε αγοράσει το εύρημα, το 1913, ο Γερμανός συλλέκτης αρχαιοτήτων, προστάτης των τεχνών, αλλά και αρχαιολόγος,  Τζέημς Σιμόν, και τη μετέφερε στο Βερολίνο. Από τότε, η προτομή της Νεφερτίτης εκτίθεται στο Μουσείο Altes, που τώρα στεγάζεται στο Αιγυπτιακό Μουσείο του Βερολίνου.
Δώδεκα χρόνια μετά τη «φυγή» της προτομής από τη χώρα του Νείλου,  και την έκθεσή της στο Βερολίνο, το 1925, η Αίγυπτος ζήτησε την επιστροφή της Νεφερτίτης. Οι Γερμανοί, δέκα χρόνια αργότερα, το 1935, συμφώνησαν να επιστρέψουν την προτομή στο Κάϊρο, και τότε μπήκε στη μέση ο ίδιος ο Χίτλερ και ματαίωσε την επιστροφή της.
Η ίδια η βασίλισσα Νεφερτίτη, όπως και η προτομή της, πέρασε μέσα από θύελλες. Είναι φανερό ότι δεν αγαπητή στο λαό. Φιλόδοξη και επαρμένη, κυνηγούσε με τον σύζυγό της -Φαραώ Ακενατόν- τη χίμαιρα ενός καινούριου Θεού, προκαλώντας ταραχές στη χώρα.
Γεύτηκε, ωστόσο, τη δόξα, τη χλιδή, τους έρωτες, την κραιπάλη, την αποθέωση, αλλά και το διωγμό, την ταπείνωση και την εξαθλίωση. Μια ζωή εντυπωσιακή, αντιφατική, κενόδοξη, με σκαμπανεβάσματα από το ζενίθ μέχρι το ναδίρ, στο πλάι του πλέον αμφιλεγόμενου Φαραώ της 18ης Δυναστείας, του Νέου Βασιλείου της Αιγύπτου. Του Φαραώ Αμένοφη του 4ου, που μετονομάστηκε ο ίδιος σε Ακενατόν, από το όνομα του νέου θεού, που καθιέρωσε στην Αίγυπτο, του Ατόν. Σε αυτόν τον ίδιο θεό, ήταν αφιερωμένη και η καινούρια πρωτεύουσα που έκτισε, η Ακετατόν, σχεδιάζοντάς την μαζί με τη σύζυγό του, τη βασίλισσα Νεφερτίτη.  
Μια άλλη απεικόνιση της βασίλισσας Νεφερτίτης, χαραγμένη πάνω σε ασβεστόλιθο και επιχρωματισμένη στη συνέχεια.
Ο Φαραώ Ακενατόν έτρεφε ένα ακατασίγαστο έρωτα για τη Νεφερτίτη, όπως φαίνεται από πολλές παραστάσεις, αλλά και επιγραφές που έχουν σωθεί, όπως το παρακάτω απόσπασμα ενός κειμένου, που αναφέρεται σ' αυτήν:
«...The Heiress, Great in Favour, Lady of Grace, Sweet of Love, Mistress of the South and North, Fair of Face, Gay with two Plumes, Beloved of the Living Aten (the king), the Chief Wife of the King whom he Loves, Lady of the two Lands, Great of Love,
Nefertiti, Living Forever and Ever...»
«...Η κληρονόμος, μεγάλη σε πλεονεκτήματα, Κυρία των χαρίτων, γλυκιά του έρωτα, οικοδέσποινα του Νότου και του Βορρά (σ.σ. των Δύο Γαιών της Αιγύπτου), ωραία στο πρόσωπο, που το κοσμούν τα δυο φτερά (εννοεί το Στέμμα «Ureret» της βασίλισσας, με τα δυο μακριά φτερά). Αγαπημένη του ζωντανού Ατόν (εννοεί του Φαραώ, που θεωρείται η ζωντανή ενσάρκωση του θεού Ατόν), η Πρώτη (τη τάξει) σύζυγος του βασιλιά, που την αγαπά. Κυρία των Δύο Γαιών (εννοεί της Άνω και της Κάτω Αιγύπτου). Ανυπέρβλητη του έρωτα, Νεφερτίτη, που ζει στην αιωνιότητα για πάντα.». Αξίζει να σημειωθεί πάντως, ότι το στέμμα Ureret, που φοράει η Νεφερτίτη είναι το σύμβολο του παλιού Θεού Αμών-Ρα και όχι του θεού Ατόν, που λάνσαρε στην Αίγυπτο η ίδια και ο σύζυγός της.
Το κείμενο αυτό, έχει βρεθεί στην Τελ Ελ Αμάρνα, στα ερείπια της πρωτεύουσας Ακετατόν, εκεί που έχει βρεθεί και η προτομή της αγαπημένης βασίλισσας του Φαραώ.
Το Αιγυπτιακό Μουσείο του Βερολίνου, στο οποίο φιλοξενείται η προτομή της Νεφερτίτης.
Οι αρχαιολόγοι, χρονολογούν την προτομή της Νεφερτίτης, στο 1347 π.Χ., δηλαδή στον 7ο χρόνο από τότε που ανέβηκε στο θρόνο της Αιγύπτου, στο πλευρό του συζύγου της, Φαραώ Ακενατόν, το 1353 π.Χ.  Ο Ακενατόν, βασίλεψε στην Αίγυπτο μέχρι το 1336 π.Χ. και εξαφανίστηκε μυστηριωδώς, όπως και η βασίλισσα Νεφερτίτη.
Ίσως είναι το διασημότερο βασιλικό ζευγάρι της Αιγύπτου, που δίνει την εντύπωση ότι ο Φαραώ και η Βασίλισσα, κυβερνούν από κοινού. Μαζί ανέτρεψαν τους παλιούς θεούς, μαζί εμπνεύστηκαν την «υπόσταση» του καινούριου Θεού και μαζί σχεδίασαν την καινούρια πρωτεύουσα. Από κοινού, μοιάζει να ανέτρεψαν τα πάντα, βάζοντας σε περιπέτειες τη Χώρα του Μεγάλου Ποταμού.
Η προτομή, που είναι και σήμερα πέτρα του σκανδάλου ανάμεσα σε δυο μουσεία, φαίνεται ότι κρύβει μια ερωτική ιστορία γεμάτη πάθος, μυστήριο και ίντριγκες. Ανακαλύφθηκε στο εργαστήριο ενός φημισμένου γλύπτη του 14ου π.Χ. αιώνα, του  Thutmose  που πιστεύεται ότι ήταν και ερωμένος της βασίλισσας Νεφερτίτης, κρυφά ασφαλώς, από το Φαραώ. Ορισμένοι αρχαιολόγοι, πιστεύουν ότι η προτομή της βασίλισσας, που βρέθηκε στο ράφι του εργαστηρίου του  γλύπτη Thutmose, δεν ήταν παρά ένα πρότυπο, ένα μοντέλο για τον καλλιτέχνη.
Υπάρχει όμως μια λεπτομέρεια, που χαρακτηρίζει αυτή την προτομή. Το ένα μάτι της, λείπει από τη θέση του. Μερικοί υποστηρίζουν, ότι δε φτιάχτηκε ποτέ από τον καλλιτέχνη, που άφησε την προτομή μισοτελειωμένη, χολωμένος, επειδή η βασίλισσα του ζήτησε να χωρίσουν.
Άλλοι, πάλι, λένε, ότι η θέση που βρέθηκε αυτή η προτομή, πεταμένη μέσα στο εργαστήριο, υποδηλώνει κάποιο καυγά που προηγήθηκε, πιθανόν όταν οι πάντες εγκατέλειπαν αυτή την πόλη, την Ακετατόν, την ώρα που η εξουσία του Φαραώ Ακενατόν είχε καταρρεύσει και ο ίδιος ήταν ήδη άφαντος. Αυτή την ώρα, η βασίλισσα εμφανίζεται να καυγαδίζει με τον ερωμένο της, που ήταν ο επικεφαλής του Οίκου των καλλιτεχνών του Φαραώ, ο γλύπτης Thutmose. Η αιτία του καυγά, παραμένει άγνωστη σε αυτή την εκδοχή, όμως, ο αγανακτισμένος γλύπτης, μοιάζει να εκδικείται την υπερφίαλη βασίλισσα-ερωμένη, βγάζοντας το μάτι της προτομής, που την απεικονίζει και ταυτόχρονα ενός αριστουργήματος που είχε φτιάξει ο ίδιος!
Ένα σπάνιο ακέφαλο γλυπτό, εκπληκτικής ομορφιάς, που είναι το σώμα της βασίλισσας Νεφερτίτης.
Η Φαραωνική Αίγυπτος είναι γεμάτη ίντριγκες, πάθη και άγριες εκδικήσεις. Ιδιαίτερα η περίοδος της βασιλείας του Ακενατόν, που εκτός των άλλων, είναι γεμάτη ταραχές κάθε είδους. Ο Φαραώ βρίσκεται σε διαρκή πόλεμο με τους παλιούς Θεούς και το Ιερατείο. Το Ιερατείο τον υπονομεύει και περιμένει την ευκαιρία να τον ανατρέψει, με τη βοήθεια του αρχαίου Άμμωνα. Οι αξιωματούχοι, αισθάνονται ανασφαλείς με ένα Φαραώ που φαίνεται να αδιαφορεί παντελώς για τους εξωτερικούς εχθρούς της χώρας του, που την απειλούν από παντού. Με τον Ακενατόν και την Νεφερτίτη, η Αίγυπτος μοιάζει να ζει μια χίμαιρα και μια τραγωδία.
Η αγαπημένη βασίλισσα, όπως εμφανίζεται στα κείμενα του ίδιου του Φαραώ Ακενατόν, χάρισε στο σύζυγό της 7 κόρες, αλλά κανένα γιο, ώστε να υπάρχει διάδοχος στο θρόνο. Έτσι, ο Ακενατόν, κατέφυγε σε άλλες, «δευτερεύουσες βασιλικές συζύγους»,  για να αποκτήσει διαδόχους.
Η καταγωγή της Νεφερτίτης, είναι και αυτή ένας γρίφος. Ορισμένοι πιστεύουν ότι είναι κόρη του Αϋ, ενός αξιωματούχου και Ιερέα, που έγινε και αυτός Φαραώ λίγα χρόνια μετά τον Ακενατόν, με δολοπλοκίες και φόνους, αφού  εξόντωσε όλους τους ανήλικους διαδόχους, που είχαν γεννηθεί από τις δευτερεύουσες βασιλικές συζύγους του Ακενατόν, πλην ενός, του Τουταγχαμών,  που φόρεσε για λίγο το Διπλό Στέμμα στο κεφάλι του, μέχρι να εξοντωθεί κι αυτός.
Το βασιλικό ονοματόσημο της Νεφερτίτης, που έχει βρεθεί και αυτό στην αγαπημένη της πόλη, στα ερείπια της Τελ Ελ Αμάρνα.
Είναι όμως και αυτοί που υποστηρίζουν, ότι το ίδιο το όνομα της βασίλισσας κρύβει ένα γρίφο, που έχει να κάνει με την αληθινή καταγωγή της. Το όνομα Νεφερτίτη, σημαίνει «Η ΩΡΑΙΑ ΕΧΕΙ ΕΡΘΕΙ». Ετσι, κάποιοι θεωρούν ότι αυτό το όνομα προδίδει μιαν αλήθεια, ότι δηλαδή η Νεφερτίτη έχει έρθει από μακριά, από τη χώρα των Μιτανί. Ήταν μια πριγκίπισσα, κόρη του βασιλιά των Μιτανί, του Tushratta.
Το καλό προφίλ της Νεφερτίτης. Ένα πρόσωπο, που μοιάζει ζωντανό, έτοιμο να αφηγηθεί μια μεγάλη περιπέτεια.
Υποστηρίζουν ακόμη ότι το πραγματικό όνομα αυτής της πριγκίπισσας των Μιτανί, που έγινε γνωστή στην Αίγυπτο, ως βασίλισσα Νεφερτίτη, είναι Tadukhipa.
Εκτός από την επίμαχη προτομή, υπάρχουν ακόμη ένα πλήθος απεικονίσεις της βασίλισσας Νεφερτίτης, που είναι μια από τις πιο φημισμένες βασίλισσες της Φαραωνικής Αιγύπτου. Πολλές από τις απεικονίσεις της Βασίλισσας, καταστράφηκαν από το εξεγερμένο πλήθος, που κατέστρεψε ολόκληρη την πρωτεύουσα Ακετατόν. Το φανερώνουν τα ίδια τα ερείπιά της στην Αμάρνα. Ο λαός, που τον είχε ξεσηκώσει το ιερατείο, δεν άφησε πέτρα πάνω στην πέτρα, για να μην υπάρχει, προφανώς, καμιά ανάμνηση από την «καταραμένη πρωτεύουσα» του αιρετικού Φαραώ.
Ό,τι κι αν έγινε όμως, αυτή η προτομή, που έχει ύψος 48 εκατοστά, είναι σήμερα η πιο διάσημη προτομή στον κόσμο
.